AristeriDiexodos. Powered by Blogger.
 
Thursday, December 31, 2015

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΛΑΦΑΖΑΝΗ ΜΕ ΤΟΝ ΜΠΡΕΝΟ ΑΛΤΜΑΝ

0 comments
---000_Lafazanis_Altman(Τετ. 30/12/15 – 19:24)
Ο ΜΠΡΕΝΟ ΑΛΤΜΑΝ ΕΙΝΑΙ ΗΓΕΤΙΚΟ ΣΤΕΛΕΧΟΣ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΟΣ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΒΡΑΖΙΛΙΑΣ
Ο επικεφαλής της Λαϊκής ΕνότηταςΠαναγ. Λαφαζάνης, μαζί με τον Κώστα Ήσυχο, μέλος της Γραμματείας της ΛΑ.Ε, συναντήθηκαν με τον Μπρένο Άλτμανηγετικό στέλεχος του Κόμματος Εργασίας της Βραζιλίας, που αυτές τις μέρες βρέθηκε στην Αθήνα.
Ο σ. Άλτμαν ενημέρωσε για τις πρόσφατες εξελίξεις την Λατινική Αμερική, συγκεκριμένα για τις τελευταίες εκλογές σε Αργεντινή και Βενεζουέλα, για την εξαιρετικά κρίσιμη πολιτική συγκυρία στην Βραζιλία. Τόνισε την ανάγκη εφαρμογής μιας διαφορετικής οικονομικής πολιτικής κοντά στο λαό, και τις ανάγκες του, ενάντια στους μεγάλους κινδύνους της βάρβαρης νεοφιλελεύθερης πολιτικής που ξανακάνει την εμφάνισή της στην ήπειρο με πιο επικίνδυνους ρυθμούς και εντάσεις στη Βραζιλία αλλά και σε άλλες χώρες της Νότιας Αμερικής.
Ο Παναγ. Λαφαζάνης ενημέρωσε για τις τελευταίες πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα καιΕυρώπη. Αναφέρθηκε στο πολιτικό σχέδιο της Λαϊκής Ενότητας, ενός κοινωνικού και πολιτικού μετώπου με αντιμνημονιακά, δημοκρατικά και πατριωτικά χαρακτηριστικά ικανό να υπερασπίσει τα λαϊκά στρώματα, τον ελληνικό λαό απέναντι στις βάρβαρες πολιτικέςαποικιοποίησης της χώρας, στις μνημονιακές πολιτικές που εφαρμόζονται με μεθοδικότητα και ευλάβεια απο την σημερινή κυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου.
Ταυτόχρονα ο Παναγ. Λαφαζάνης εξήγησε στον σ. Μπρένο Άλτμαν, την χαμένη ευκαιρίαπου είχε η πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να πραγματοποιήσει την μεγάλη ανατροπή στην Ελλάδα, γεγονός που θα υποβοηθούσε με νικηφόρο τρόπο τις άλλες αριστερές, προοδευτικές, αντιμνημονιακές δυνάμεις σε Πορτογαλία και Ισπανία. Δυστυχώς οι επιλογέςσυνθηκολόγησης της κυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου αποδείχθηκαν εξαιρετικά χρήσιμες για τους δανειστές, την ντόπια και ξένη ολιγαρχία αλλά και τις ακροδεξιές δυνάμεις που εκμεταλλεύονται το πολιτικό πισωγύρισμα της σημερινής κυβέρνησης για να λοιδορήσουντις διαχρονικές πολιτικές και πολιτισμικές αξίες της Αριστεράς.
Τέλος οι δυο πλευρές συμφώνησαν να συνεχίσουν την ανταλλαγή εμπειριών ανάμεσα τους, όπως και την δυνατότητα κοινών επεξεργασιών και δράσεων στο μέλλον.
Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2015
Read more...

Μισώ την πρωτοχρονιά. Του Αντόνιο Γκράμσι

0 comments

07:43 | 02 Ιαν. 2014
Τελευταία ανανέωση 07:53 | 02 Ιαν. 2014

Κάθε πρωί, καθώς ξυπνώ άλλη μια φορά κάτω από το πέπλο του ουρανού, νιώθω πως για μένα είναι πρωτοχρονιά. Γι΄ αυτό μισώ τις πρωτοχρονιές με καθορισμένη ημερομηνία, που μετατρέπουν τη ζωή και το ανθρώπινο πνεύμα σε μια εμπορική επιχείρηση, με τον ωραίο τους απολογισμό, με τον ισολογισμό τους και την πρόβλεψη για το νέο διαχειριστικό έτος.

Ακυρώνουν την αίσθηση της συνέχειας της ζωής και του πνεύματος. Καταλήγει κανείς να πιστεύει πραγματικά ότι μεταξύ των ετών υπάρχει συνέχεια, κι ότι ξεκινά μια νέα ιστορία, και βάζει κανείς στόχους, και μετανιώνει για τις αστοχίες κτλ κτλ. Αυτό είναι ένα γενικότερο σφάλμα των ημερομηνιών.

Λένε πως η χρονολογία είναι η ραχοκοκαλιά της ιστορίας - αυτό το παραδεχόμαστε. Όμως, οφείλουμε να παραδεχτούμε πως υπάρχουν τέσσερις ή πέντε θεμελιώδεις ημερομηνίες, τις οποίες κάθε άνθρωπος που σέβεται τον εαυτό του τις έχει πάντα κατά νου, που έχουν περιπαίξει την ιστορία. Κι αυτές είναι πρωτοχρονιές. Η πρωτοχρονιά της ρωμαϊκής ιστορίας ή του μεσαίωνα ή της νεωτερικότητας.

Κι έχουν γίνει τόσο διαπεραστικές και τόσο απολιθωτικές που, κι εμείς οι ίδιοι εκπλησσόμαστε καμιά φορά αναλογιζόμενοι ότι η ζωή στην Ιταλία άρχισε το 752, κι ότι το 1490 ή το 1492 είναι σαν βουνά στα οποία η ανθρωπότητα αναρριχήθηκε ακαριαία φτάνοντας σε έναν νέο κόσμο, εισερχόμενη σε μια νέα ζωή. Κι έτσι η ημερομηνία γίνεται ένα εμπόδιο, ένα παραπέτασμα που εμποδίζει να δούμε ότι η ζωή συνεχίζει να εκτυλίσσεται με το ίδιο, αμετάβλητο, βασικό μοτίβο, χωρίς απότομες μεταβολές, με τον ίδιο τρόπο που στον κινηματογράφο σκίζεται το φιλμ κι έχουμε ένα διάλειμμα εκτυφλωτικού φωτός.

Γι' αυτό, μισώ την πρωτοχρονιά. Θέλω κάθε πρωινό νά 'ναι για μένα και μια πρωτοχρονιά. Κάθε μέρα θέλω να κάνω κι έναν προσωπικό απολογισμό, και να ανανεώνομαι κάθε μέρα. Καμιά μέρα καθορισμένη εκ των προτέρων για ανάπαυση. Τις παύσεις μου εγώ τις επιλέγω, όταν αισθάνομαι μεθυσμένος από έντονη ζωή και θέλω να κάνω μια βουτιά στη ζωικότητα για να αντλήσω από κει καινούρια δύναμη.

Καμιά πνευματική αγκίστρωση. Κάθε ώρα της ζωής μου θά΄ θελα να είναι νέα, παρότι συνδεδεμένη με τις περασμένες. Καμία μέρα ξεφαντώματος με συλλογικές στιχοπλοκές, που τις ανταλλάσσω με ξένους που δεν με ενδιαφέρουν. Επειδή ξεφάντωναν οι πρόγονοι των προγόνων μας κτλ πρέπει κι εμείς να αισθανόμαστε την ανάγκη του ξεφαντώματος. Όλα αυτά μου φέρνουν αναγούλα.

Δημοσιεύθηκε την 1η Ιανουαρίου 1916, στην τορινέζικη έκδοση της εφημερίδας Avanti! (όργανο του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ιταλίας), στην στήλη που διατηρούσε ο Γκράμσι με τίτλο «Sotto la Mole» («Κάτω από το Mole», το ψηλότερο κτίριο του Τορίνο, αυτό που βλέπετε στην φωτογραφία).

Μετάφραση για το RedNoteBook Πέτρος - Ιωσήφ Στανγκανέλλης

Πηγή: controlacrisi.org
Read more...

ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕ ΜΝΗΜΟΝΙΑ;

0 comments
(Τετ. 30/12/15 – 17:08)
Του ΑΝΕΣΤΗ ΤΑΡΠΑΓΚΟΥ
Εδώ και μια ολόκληρη εξαετία συντελείται μια άνευ προηγουμένου καταστροφή ενός σημαντικού μέρους των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας, ζωντανής εργασίας (μαζική ανεργία) και παγίων κεφαλαίων (κλείσιμο επιχειρήσεων), ενώ ταυτόχρονα συνεχίζει να προωθείται η απομύζηση των εργατικών μισθών και συντάξεων, και η αποδόμηση των δημόσιων κοινωνικών υπηρεσιών (ιδιωτικοποιήσεις ή παραφθορά και κατάρρευση). Η συνδυασμένη επενέργεια τριών παραμέτρων είναι αυτή που επικαθορίζει αυτές τις εξελίξεις: Η παρατεταμένη κρίση υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου, με ιδιαίτερα οξυμένο τρόπο στην ελληνική οικονομία. - Η πολιτική των αλλεπάλληλων Μνημονίων των αστικών κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ και πρόσφατα του ΣΥΡΙΖΑ. - Οι δυσμενείς επιπτώσεις της λειτουργίας της ευρωζώνης με τις ρυθμίσεις που την συνοδεύουν και τις δημοσιονομικές επιβαρύνσεις που προκαλεί (ανισομέρεια ευρωπαϊκών οικονομιών, συνεχής δημιουργία ελλειμμάτων, υπερδιόγκωση του εθνικού δανεισμού).
ΕΝΑ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΟΡΑΜΑ ΠΟΥ ΟΛΟ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ ΚΑΙ ΟΛΟ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΕΤΑΙ
Κάθε φορά που υιοθετούνταν και ένα Μνημόνιο (το 1ο το 2010, το 2ο το 2012 και το 3ο το 2015), η εκάστοτε πολιτική διακυβέρνηση υπόσχονταν ότι επρόκειτο για το τελευταίο, και ότι μετά την εφαρμογή των επώδυνων μέτρων που περιελάμβανε, και πάντοτε από την επόμενη χρονιά, θα άρχιζε να ανατέλλει ο ήλιος μιας δειλής έστω οικονομικής ανάκαμψης της χώρας. Εντούτοις η πραγματικότητα διέψευδε πάντοτε τους αστικούς κυβερνητικούς ισχυρισμούς, φέρνοντας συνέχεια στην επιφάνεια αρνητικούς ρυθμούς εξέλιξης (μείωσης) του ΑΕΠ της χώρας. Στην ίδια ακριβώς πεπατημένη βαδίζει και η σημερινή κυβέρνηση του μεταλλαγμένου ΣΥΡΙΖΑ, υποσχόμενη ότι ναι μεν εφαρμόζονται περιοριστικά μέτρα, δημοσιονομικού και εισοδηματικού χαρακτήρα, ωστόσο όμως από τα μέσα της επόμενης χρονιάς του 2016, θα αρχίσει να ανθίζουν τα λουλούδια της οικονομικής ανάταξης, δίνοντας τέλος στην μακρόχρονη υφεσιακή πορεία της χώρας.
Μάλιστα η σημερινή κυβέρνηση εξαγγέλλει δια των οικονομικών της υπουργών μεγάλα αναπτυξιακά σχέδια που θα θέσουν σε κίνηση τις πραγματικές δυνάμεις της οικονομίας, και άλλωστε δεν σταματά να συγκροτεί ειδικούς προς αυτό τον σκοπό θεσμούς : Ομάδα επενδύσεων για την Ελλάδα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης, Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο κλπ. Η ίδια η σημερινή ελληνική κυβέρνηση θεωρεί ότι αυτή η οικονομική ανάπτυξη θα προκύψει, χωρίς να διαταράσσεται ολόκληρο το πλέγμα των εκατοντάδων εφαρμοστικών νόμων των τριών Μνημονίων, τα οποία έχουν δημιουργήσει μια κατάσταση κοινωνικού ολοκαυτώματος, και έτσι γίνεται παγερός και αδίστακτος διαχειριστής της συσσωρευμένης λαϊκής καταστροφής.
Το βασικό σκεπτικό που υιοθετείται και προβάλλεται δεν είναι άλλο από την πραγματοποίηση και προσέλκυση επενδύσεων (από τα ευρωπαϊκά ταμεία του ΕΣΠΑ, της ΕΤΕΠ, της Παγκόσμιας Τράπεζας), και ευρύτερα από τις αγορές του εξωτερικού, οι οποίες σε συνδυασμό με κατάλληλα μέτρα εκσυγχρονισμών και τεχνολογικών καινοτομιών, θα σύρουν την ελληνική παραγωγή έξω από το τέλμα της παρατεταμένης ύφεσης. Αυτό θα επιφέρει θετικούς ρυθμούς εξέλιξης του ΑΕΠ της χώρας, θα συμβάλλει σε έναν βαθμό στην αντιμετώπιση της υπερμεγέθους ανεργίας, θα διευρύνει τη φορολογική βάση, θα αυξήσει στοιχειακά ορισμένα εργατικά εισοδήματα και έτσι θα βελτιωθεί η κοινωνική κατάσταση των εργαζομένων και τα δημοσιονομικά έσοδα του κράτους.
Προφανώς στη διάρκεια αυτής της χρονιάς του 2016 που θα σημαδευτεί από την έναρξη της αναπτυξιακής διαδικασίας, θα διατηρηθούν αμετάβλητες οι παράμετροι της σημερινής κρίσης: Τα μνημόνια στο σύνολό τους όχι μόνον δεν πρόκειται να καταργηθούν αλλά θα συνεχίσουν αυτονόητα να ισχύουν ως αδιαμφισβήτητη και αδυσώπητη νομική πραγματικότητα. – Η λειτουργία εντός της ζώνης του ευρώ θα συνεχισθεί, με την υποχρεωτική εφαρμογή όλων των αντιλαϊκών ρυθμίσεων που την συνοδεύουν. – Ο ελληνικός καπιταλισμός θα τεθεί ολοσχερώς στο απυρόβλητο, επιτελώντας το «θεάρεστο» έργο του να κατασπαράσσει αμείλικτα τους εργατικούς μισθούς και δικαιώματα για να τροφοδοτήσει την κερδοφορία του. Το μόνο που θα αλλάξει στο ελληνικό κοινωνικό τοπίο θα είναι, κατά την κυβερνητική οπτική, η πραγματοποίηση ορισμένων επενδύσεων και ο τερματισμός της μακρόχρονης ύφεσης.
ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΕΡΓΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΚΙΝΗΤΗΡΙΑ ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΑΝΑΚΑΜΨΗΣ;
Ένα πρώτο οικονομικό εργαλείο που προβάλλεται από την αστική πολιτική στη σημερινή συγκυρία, αφορά στην δρομολόγηση επενδύσεων ύψους περί τα 12,5 δισεκατ. ευρώ σε έργα υποδομής, όπως σιδηρόδρομοι, λιμάνια, αεροδρόμια και οδοποιία, για την περίοδο 2016 – 20. Βέβαια δεν πρόκειται για κάτι καινούριο, απλά είναι το σχετικό ποσοστό των ετήσιων δημόσιων επενδύσεων (που ούτως ή άλλως είναι μειωμένες στο ήμισυ σε σχέση με το 2008), πράγμα που συστηματικά συμβαίνει χωρίς να επιφέρει αναπτυξιακά παραγωγικά αποτελέσματα. Θεωρείται έτσι ότι οι υψηλοί οικονομικοί πολλαπλασιαστές αυτών των επενδύσεων καθιστούν την υλοποίησή τους πρωταρχικής σημασίας για την ανάκαμψη.
Προβλέπεται έτσι για την προσεχή πενταετία η διάθεση 5,1 δισεκατ. ευρώ στο αστικό σιδηροδρομικό δίκτυο, 1,3 δισεκατ. ευρώ για το εθνικό σιδηροδρομικό δίκτυο, 4,5 δισεκατ. ευρώ για έργα οδοποιίας και 1,5 δισεκατ. ευρώ για αεροδρόμια και λιμάνια. Πιστεύεται δηλαδή ότι η επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης δεν μπορεί να επιτευχθεί εάν δεν επανεκκινηθούν τα μεγάλα έργα υποδομών, σε μια κατεύθυνση μετατροπής της χώρας σε διεθνή «διαμετακομιστικό κόμβο». Το ερώτημα που τίθεται δεν είναι αν τα έργα αυτά υποδομών (κυρίως σιδηροδρομικά όπως τα εμπορευματικά κέντρα logistics, η ολοκλήρωση της ηλεκτροκίνησης της γραμμής Πάτρα – Αθήνα – Θεσσαλονίκη, μετρό Αθήνας και Θεσσαλονίκης κλπ.), είναι αναγκαία, πράγμα που είναι προοπτικά αδιαμφισβήτητο, αλλά αν στη συγκεκριμένη συγκυρία θα μπορούν να λειτουργήσουν ως ατμομηχανή της οικονομικής ανάκαμψης ή όχι.
Πέραν του γεγονότος ότι οι επενδύσεις αυτές των 12,5 δισεκατ. ευρώ στα επόμενα πέντε χρόνια είναι σε κάθε περίπτωση εξαιρετικά χαμηλές, συγκρινόμενες με τις αντίστοιχες της δεκαετίας του 1990 και του πρώτου μισού της δεκαετίας του 2000, δεν πρόκειται για επενδύσεις που θα δημιουργήσουν σταθερές θέσεις παραγωγικής εργασίας, ούτε μόνιμες διαδικασίες παραγωγής προστιθέμενης αξίας. Οι θέσεις εργασίας δημιουργούνται μόνον κατά την διάρκεια κατασκευής αυτών των έργων υποδομών, και καταργούνται με την ολοκλήρωσή τους, ενώ η οικονομική αποδοτικότητα αυτών των έργων (οδοποιίας, σιδηροδρομικών κ.ά.) είναι εξαιρετικά έμμεσου και εντελώς μακροπρόθεσμου χαρακτήρα.
Κυρίως πρόκειται για μεταβιβάσεις δημόσιων πόρων σε χειμαζόμενους τομείς του ελληνικού καπιταλισμού (τεχνικό εργοληπτικό κεφάλαιο, επιχειρήσεις παραγωγής δομικών υλικών κλπ.), παρά για μια παραγωγική διαδικασία με σταθερή αποτελεσματικότητα. Άλλωστε, στην προηγούμενη της κρίσης εικοσαετία (μέσα δεκαετίας 1980 – μέσα δεκαετίας 2000), πραγματοποιήθηκαν με τα διαδοχικά Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης και τα μετέπειτα ΕΣΠΑ, μαζικές επενδύσεις, κοινοτικές και εθνικές, σε μεγάλα έργα υποδομών (από την Εγνατία Οδό μέχρι την Αττική Οδό, και από το Αεροδρόμιο Ε. Βενιζέλος μέχρι τα σημερινά Οδικά Δίκτυα Πελοποννήσου, Δυτικής και Κεντρικής Ελλάδας), και μάλιστα με την προαγωγή διαδικασιών «παραχώρησης» της εκμετάλλευσης στο ιδιωτικό κεφάλαιο, με αποτέλεσμα σήμερα να μην είναι αυτά τα έργα που μπορούν να βρίσκονται στο επίκεντρο της βιομηχανικής προτεραιότητας.
Σε κάθε περίπτωση τα έργα αυτά υποδομών της προηγούμενης περιόδου, συνέβαλαν στην αύξηση του ΑΕΠ και της απασχόλησης και στην διατήρηση αναπτυξιακών οικονομικών ρυθμών. Όμως επρόκειτο αποκλειστικά για οικονομικές δραστηριότητες που βασίζονταν στους δημόσιους πόρους, και όχι στη διάθεση των προϊόντων τους στην αγορά, σε μια διαδικασία αυτοτελούς τους αναπαραγωγής. Έτσι, με τον δραστικό περιορισμό αυτών των χρηματοδοτικών πόρων ο τομέας αυτός οδηγήθηκε στην κρίση και στην παρακμή που φτάνει σε φαινόμενα αφανισμού του. Συνεπώς ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, μετά την παραγωγική καταστροφή που έχει διαμεσολαβήσει, βασισμένη στην τροφοδότηση μεγάλων έργων υποδομών, δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά κατά τρόπο περιθωριακό
ΜΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΙΟΛΟΓΙΑ ΠΑΣΙΦΑΝΩΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ
Από την άλλη πλευρά εκείνο που προβάλλεται ως διέξοδος από την σημερινή κυβέρνηση του μεταλλαγμένου ΣΥΡΙΖΑ, και που ωστόσο ήταν σταθερό δεδομένο της αστικής πολιτικής προηγούμενα, είναι η προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, η στήριξη στην οικονομία της γνώσης και στην έρευνα, η ενίσχυση της εξωστρεφούς δράσης του ελληνικού επιχειρηματικού τομέα. Σ’ όλα αυτά τα επίπεδα πρόκειται για μια οικονομική μυθολογία που προβάλλεται από την κυβέρνηση, στο πλαίσιο μιας φαντασιακής αναπτυξιολογίας μέσα από την επεξεργασία και ψήφιση ενός νέου αναπτυξιακού νόμου στις αρχές του 2016.
Η αναμονή της προσέλκυσης άμεσων ξένων επενδύσεων στην ελληνική οικονομία προάγεται εδώ και μια εξαετία χωρίς κανένα αποτέλεσμα, πράγμα που θα συμβεί εκ νέου με τους καινούριους αναπτυξιακούς προσανατολισμούς του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό συμβαίνει γιατί οι επενδύσεις αυτές για να πραγματοποιηθούν απαιτούν την λειτουργία μιας ζωντανής και δυναμικής εσωτερικής αγοράς, ανταποκρινόμενες στη ζήτηση προϊόντων και υπηρεσιών για τα οποία εκδηλώνεται η σχετική ζήτηση. Ανάπτυξη δεν σημαίνει απλά επενδύσεις που θα καταλήγουν στην παραγωγή προϊόντων τα οποία δεν θα μπορούν να απορροφηθούν από την εσωτερική πρωτίστως αγορά. Αυτός είναι ο αντικειμενικός κανόνας που ακολουθούν τα διεθνή κεφάλαια προκειμένου να πάρουν το δρόμο τέτοιων επενδυτικών δράσεων.
Μ’ άλλες λέξεις το ζήτημα της οικονομικής ανάκαμψης δεν είναι πρόβλημα έλλειψης επενδύσεων, αλλά το ακριβώς αντίστροφο, δηλαδή η άνευ προηγουμένου συρρίκνωση της εσωτερικής αγοράς, εξ αιτίας του πολύχρονου περιορισμού μισθών, συντάξεων και δημοσίων δαπανών. Η καταστροφή ζωντανών παραγωγικών δυνάμεων έγινε ακριβώς επειδή περίσσευαν τα διαθέσιμα κεφάλαια της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή δεν μπορούσαν να έχουν καπιταλιστική αποδοτικότητα, μέσα σε μια αγορά που περιοριζόταν κατά 30 - 40% από την άποψη της αγοραστικής δύναμης των λαϊκών νοικοκυριών. Τι επενδύσεις να προσελκυσθούν στην ελληνική τσιμεντοβιομηχανία, τις επιχειρήσεις πλαστικών, τη σιδηρουργία, την επιπλοποιία κλπ., όταν η κρίση υπερσυσσώρευσης και η άτεγκτη εισοδηματική λιτότητα, έχουν ήδη κλείσει ορισμένες από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές επιχειρήσεις;
Η μοναδική περιορισμένη περίπτωση λειτουργίας αυτού του επενδυτικού σχεδιασμού με άμεσες ξένες επενδύσεις, θα μπορούσε να αφορά την παραγωγή προϊόντων σε μεγάλες ειδικές οικονομικές ζώνες (που άλλωστε ήδη λειτουργούν σε διάφορες περιφέρειες), με τριτοκοσμικούς όρους εργασίας, δικαιωμάτων και αποδοχών, απαιτήσεις που συνήθως προάγονται από ξένους επενδυτικούς ομίλους: Να ξαναχτιστεί ο ιδιωτικός τομέας με τον καπιταλιστικό τρόπο που χρειάζεται, να ενισχυθεί η ευελιξία της μισθωτής εργασίας, να ολοκληρωθούν οι ιδιωτικοποιήσεις στο σύνολό τους. Πρόκειται για ορισμένους από τους πολλούς όρους που θέτουν διεθνή επενδυτικά κέντρα, που περισσότερο σηματοδοτούν ακόμη παραπέρα κοινωνική οπισθοδρόμηση παρά μορφές αναπτυξιακής ανάταξης.
Και από την άλλη πλευρά η επιχειρηματολογία για την ανάπτυξη της οικονομίας της γνώσης, της εφαρμογής των νέων τεχνολογιών, της καινοτομίας, με την αξιοποίηση του ελληνικού τεχνικού και επιστημονικού κεφαλαίου, μόνον θυμηδία μπορούν να προκαλέσουν. Ποια επιστημονική έρευνα μπορεί να αναπτυχθεί στο πεδίο ενός κατεστραμμένου παραγωγικού βιομηχανικού ιστού; Και για ποια αξιοποίηση της επιστημονικής νεολαίας γίνεται λόγος, όταν δεκάδες χιλιάδες νέοι επιστήμονες και τεχνικοί έχουν πάρει το δρόμο της οριστικής μετανάστευσης για τις αναπτυγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες, ενώ όσοι έχουν παραμείνει στη χώρα λιώνουν στο τέλμα της μακροχρόνιας ανεργίας και ετεροαπασχόλησης; Και πώς είναι δυνατό να ενισχυθεί η εξωστρέφεια της ελληνικής παραγωγής, με την τόνωση της ανταγωνιστικότητας λόγω τεχνολογικών καινοτομιών, χωρίς προηγουμένως να λειτουργεί μια ζωντανή βιομηχανική παραγωγή, η οποία στην προκειμένη περίπτωση έχει καταστραφεί σε μεγάλο ποσοστό ; Πώς μπορούν να κάνουν λόγο για σκοινί (οικονομία της γνώσης) στο σπίτι του κρεμασμένου (μαζική εκδίωξη των φορέων της γνώσης στη μετανάστευση λόγω της ανεργίας);
ΑΝΑΚΑΜΨΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΜΕ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΩΝ ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ
Στον αντίποδα κυριολεκτικά της αστικής πολιτικής στην σημερινή περίοδο (προώθηση των Μνημονίων για την διαμόρφωση όρων εξαγωγής απόλυτης υπεραξίας από τους εργαζόμενους), τοποθετείται η ριζοσπαστική αντιμνημονιακή πολιτική, η οποία βλέπει στην ολοσχερή κατάργηση των Μνημονίων (των δύο προηγούμενων και του σημερινού), ταυτόχρονα :
Από τη μια πλευρά την αποκατάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης που έχει πληγεί ανεπανόρθωτα, με την κατάργηση των εφαρμοστικών νόμων που μειώνουν τους μισθούς, συρρικνώνουν τις συντάξεις, αναπαράγουν την μαζική ανεργία, αποδομούν το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και νοσοκομειακής περίθαλψης, ιδιωτικοποιούν όλο το φάσμα των δημόσιων επιχειρήσεων κλπ.
Από την άλλη πλευρά και παράλληλα η κατάργηση της μνημονιακής νομοθεσίας, αυτής της θεσμικής κατοχύρωσης της ατελεύτητης λιτότητας, σε επίπεδο αμοιβών των εργαζομένων και δημοσιονομικών μεγεθών, οδηγεί εκ των πραγμάτων στην ισχυρή αύξηση και αποκατάσταση της αγοραστικής δύναμης των λαϊκών νοικοκυριών, με ευεργετικές επιδράσεις στην τροφοδότηση της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας και ανάκαμψης της παραγωγής.
Κατά συνέπεια δεν είναι παρά η εξαετής αφαίμαξη των λαϊκών εισοδημάτων που προκαλεί αντικειμενικά την στασιμότητα αν όχι την παρατεταμένη ύφεση και τροφοδοτεί την απουσία θετικών ρυθμών εξέλιξης του ΑΕΠ. Ο ριζικός περιορισμός της αγοραστικής δύναμης των εργατικών οικογενειών είναι ο καθοριστικός παράγοντας που δεν επιτρέπει την επανεκκίνηση της λειτουργίας της οικονομικής μηχανής. Άλλωστε με τα μέτρα της μνημονιακής πολιτικής που κατέστησαν την εργατική δύναμη φθηνή, πειθήνια και ελαστική, έχει επιτευχθεί η ανάκαμψη της κερδοφορίας της πλειονότητας των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, παρόλη τη στασιμότητα του κύκλου εργασιών του επιχειρηματικού τομέα. Και αυτό είναι που ενδιαφέρει το επιχειρηματικό κεφάλαιο, δηλαδή η ανάταξη της κερδοφορίας και αποδοτικότητάς του, και όχι προφανώς η όποια ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, η ανόρθωση της παραγωγικής της βάσης, η απορρόφηση της υπερμεγέθους ανεργίας.
Πρόκειται για μια ιστορική περίπτωση όπου η αντιπολιτευτική ριζοσπαστική πολιτική αποκατάστασης της κοινωνικής δικαιοσύνης συνοδεύεται από την παράλληλη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων που επιφέρει η επικράτηση αυτών των μέτρων κοινωνικής δικαιοσύνης. Προφανώς σ’ αυτή την περίπτωση, και ενώ η παραγωγική μηχανή θα μπορεί να επιταχύνει τη λειτουργία της, λόγω της τροφοδότησής της με ισχυρά ενδυναμωμένη λαϊκή κατανάλωση, εκείνο που θα τροποποιηθεί ριζικά δεν θα είναι παρά ο περιορισμός της καπιταλιστικής κερδοφορίας, η οποία βέβαια και δεν είναι ο κινητήρας της οικονομικής ανάπτυξης. Αυτός τοποθετείται στην ικανοποίηση των ζωτικών λαϊκών αναγκών που έχουν δραστικά περικοπεί.
Από αυτή την άποψη, ακόμη και αν δεχθεί κανείς ότι η σημερινή κυβερνητική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ αμβλύνει τα νεοφιλελεύθερα χαρακτηριστικά της (πράγμα προφανώς εξαιρετικά αμφίβολο), ακόμη και αν κατορθώνει να συντηρεί μια κατάσταση ισορροπίας στη στασιμότητα, εντούτοις αδυνατεί ολοκληρωτικά να συμβάλλει τόσο στην δραστική αντιμετώπιση της κοινωνικής εξαθλίωσης που έχει σωρευθεί (μειωμένοι μισθοί και συντάξεις, μονιμότητα ανεργίας, συνεχής φορολογική καταιγίδα κλπ.), όσο και στην οποιαδήποτε τροφοδότηση της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο η Αριστερά δεν συγκροτήθηκε και δεν αγωνίστηκε τα προηγούμενα χρόνια απέναντι στις μνημονιακές πολιτικές παρά ως η πολιτική δύναμη κατάργησης των Μνημονίων, ως φορέας αλλαγής της κοινωνικής πραγματικότητας, και όχι όπως έχει καταλήξει ο ΣΥΡΙΖΑ ως διαχειριστής της κοινωνικής αθλιότητας και του οικονομικού τέλματος. Αυτός είναι και ο γενεσιουργός λόγος ύπαρξης του ριζοσπαστισμού και της αριστερής πολιτικής, που ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ολοσχερώς εγκαταλείψει χάριν της αστικής διαχείρισης της λαϊκής εξαθλίωσης και της παραγωγικής στασιμότητας.
Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2015
Read more...
Wednesday, December 30, 2015

Π. Σωτήρης: Ψηλαφώντας τα «χνάρια του κομμουνισμού» στο σήμερα (συζητώντας με ένα κείμενο του Δημήτρη Μπελαντή)

0 comments


του Παναγιώτη Σωτήρη
http://rednotebook.gr/


Το κείμενο του Δημήτρη Μπελαντή με τίτλο «Κομμουνιστές χωρίς επανάσταση» (RedNotebook, 25.12.2015) είναι πολύ σημαντικό και αξίζει να διαβαστεί και να συζητηθεί. Σπεύδω μάλιστα να πω ότι από τα πολιτικά στελέχη της ελληνικής ριζοσπαστικής Αριστεράς –και ιδίως αυτά που επέλεξαν τη ρήξη με το ΣΥΡΙΖΑ–, λίγα έχουν επιδοθεί σε μια τόσο αναλυτική προσπάθεια κριτικού αναστοχασμού όσο ο Μπελαντής – και αυτό είναι από μόνο του αξιέπαινο. Θα ήθελα, όμως, να κάνω μερικά σχόλια πάνω σε αυτό το κείμενο.

Ο Ισπανικός Εμφύλιος, το ιταλικό μετα-'68 και ο κομμουνισμός πέρα από την Ευρώπη

Το πρώτο από αυτά αφορά την αποτίμηση ορισμένων στιγμών της ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος του 20ου αιώνα, αρχής γενομένης από την Ισπανία. Δεν έχω ακόμη πεισθεί ότι ήταν εκεί που παίχτηκε στην κλίμακα που ισχυρίζεται ο Μπελαντής το στοίχημα μιας σύγχρονης εργατικής επανάστασης – και άρα για το συμπέρασμά του ότι η σταλινική επέμβαση του 1937-8 οδήγησε στο να χαθεί μια τόσο μεγάλη ευκαιρία. Σίγουρα, τα πειράματα εργατικού ελέγχου, εργατικής και λαϊκής απαλλοτρίωσης και τα παραδείγματα μορφών ένοπλης λαϊκής εξουσίας που βγήκαν στο προσκήνιο με τον Ισπανικό Εμφύλιο ήταν πολύ σημαντικά. Όμως, ταυτόχρονα, ο ίδιος έφερε στο προσκήνιο μεγάλα και βαθιά αποθέματα συντηρητισμού και καθυστέρησης που συνυπήρχαν με προχωρημένες μορφές ριζοσπαστισμού.

Σε ό,τι αφορά το δεύτερο κύκλο, σωστά ο Μπελαντής εντοπίζει ότι το μεγάλο στοίχημα της Αριστεράς του '68 παίχτηκε στην Ιταλία. Δεν θεωρώ, όμως, ότι κατεξοχήν εκφράστηκε στην πλευρά της ένοπλης πάλης. Η μεγάλη μαζικοποίηση των ένοπλων οργανώσεων, που έγινε στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1970, στην πραγματικότητα συμπύκνωσε την κρίση της επαναστατικής προοπτικής. Η περίοδος, αντίθετα, που διαμορφώθηκαν πραγματικές συνθήκες βαθύτερης ηγεμονικής κρίσης ήταν η περίοδος 1967-73. Πολιτικά αφορούσε τόσο το μεγάλο ρεύμα της μαζικής επαναστατικής Αριστεράς όσο και το πολιτικό και κοινωνικό σύμπαν του ΙΚΚ. Αυτό σημαίνει ότι εκεί όντως η ηγεσία του ΙΚΚ πήρε μια συνειδητά αντεπαναστατική επιλογή με τη γραμμή του «Ιστορικού Συμβιβασμού», την ίδια ώρα, όμως, που η επαναστατική Αριστερά δεν μπόρεσε να δώσει μια εναλλακτική επαναστατική στρατηγική, παρά την εντυπωσιακή μαζικότητα και εργατική και λαϊκή γείωσή της. Σε αυτό το φόντο, η στροφή στο ένοπλο ήταν περισσότερο συμπύκνωση αυτής της κρίσης στρατηγικής, παρά αναμέτρηση με την επαναστατική ρήξη.

Με δεδομένα τα παραπάνω, θα πρόσθετα ότι αξίζει να δούμε ορισμένα πράγματα και έξω από τα ευρωπαϊκά όρια σε ό,τι αφορά τις διαδρομές επαναστατικών κινημάτων. Η Λατινική Αμερική, για παράδειγμα, υπήρξε πάντοτε ένα αρκετά διαφορετικό εργαστήρι σε σχέση με την Ευρώπη, ενώ εξαιρετικό ενδιαφέρον έχουν οι αντιφάσεις και τα προβλήματα και άλλων μαζικών ρευμάτων, όπως η εξαιρετικά αντιφατική διαδρομή των διαφορετικών ρευμάτων του Ινδικού κομμουνιστικού κινήματος.

Για τη μακρά και τη βραχεία διάρκεια της επαναστατικής διαδικασίας

Η δεύτερη «δέσμη» σχολίων πάνω στο κείμενο του Μπελαντή αφορά τη διαλεκτική ανάμεσα στη μακρά και τη σύντομη διάρκεια μέσα στην επαναστατική πολιτική. Είναι γεγονός ότι οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις στον 20ο αιώνα θριάμβευσαν στη σύντομη διάρκεια, στη βαθιά εθνική κρίση και τη διάλυση των κρατικών δομών που έκανε την επαναστατική προοπτική να φαντάζει ως σωτηρία – όπως και ότι ηττήθηκαν όταν προσπάθησαν να βγουν στο προσκήνιο σε συνθήκες σχετικής ομαλοποίησης. Αυτό δεν αναιρεί, ωστόσο, ότι οι λαϊκές εξεγέρσεις, ως συνδυασμός ανάμεσα στη γενική απεργία, την πολιτική ανυπακοή και την ένοπλη δράση, παρέμειναν αποτελεσματικές. Από διαφορετικές διαδρομές και με διαφορετικές καταλήξεις, τόσο η Ιρανική επανάσταση του 1978-79 όσο και η επανάσταση στη Νικαράγουα το 1979 συνδυάζουν αυτά τα στοιχεία. Το πιο βασικό όμως είναι άλλο: Η εμπειρία του 20ου αιώνα δείχνει στην πραγματικότητα ότι η εξεγερτική διάσταση διακυβεύεται, όταν δεν μπορεί να συνδυαστεί με τη «μακρά πορεία» της οικοδόμησης της ηγεμονίας, έστω και εάν αυτή η πορεία εμπεριέχει τον κίνδυνο της ενσωμάτωσης και παθητικοποίησης. Ακόμη και στον «ιδεότυπο» της Ρωσικής Επανάστασης, η όντως έγκαιρη επιλογή της επαναστατικής ρήξης είχε το τίμημα της μη διαμόρφωσης της εργατοαγροτικής συμμαχίας και της παγίωσης, εξαιτίας του Εμφυλίου Πολέμου, μιας λογικής «έκτακτης ανάγκης» που προλείανε το έδαφος για την αυταρχική σταλινική εκτροπή. Δεν είναι τυχαίο ότι η «τελευταία μάχη του Λένιν» είναι η πάλη για μια «πολιτιστική επανάσταση» που θα διαμόρφωνε, έστω και των εκ υστέρων, όρους της προλεταριακής ηγεμονίας. Άλλωστε, αυτή η επίγνωση της κεντρικότητας της ηγεμονίας σφράγισε και το έργο του Γκράμσι. Ούτε είναι τυχαίο ότι η νίκη της Κινεζικής Επανάστασης στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό ακριβώς σε αυτή τη διάσταση μιας «Μεγάλης Πορείας» και μια σύνθετης διαδικασίας διαμόρφωσης πραγματικών λαϊκών βάσεων. Αλλά και πιο πρόσφατα, εμπειρίες όπως π.χ. της Βολιβίας αναδεικνύουν αντίστοιχες «μακρές διάρκειες» οικοδόμησης δεσμών με τις μάζες.

Για την εργατική τάξη

Το βασικό μου ερώτημα, ωστόσο, αφορά τον τρόπο που ο Μπελαντής αναζητά την εργατική τάξη ως υποκείμενο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλές από τις παρατηρήσεις του είναι ορθές και εντοπίζουν τις μεταλλαγές και τις μεταλλάξεις της. Όντως: σε αυτό που ορίζουμε ως εργατική τάξη μπορούμε να δούμε και την εξεγερτική διάθεση και την τάση υποταγής και συμμόρφωσης, σε μια διαλεκτική σχέση με τις μορφές πολιτικής οργάνωσης. Όμως, ακόμη και έτσι, υπάρχει ο κίνδυνος να μείνουμε στην αναζήτηση ενός «υποκειμένου» ή να συζητάμε διαρκώς «πού είναι η τάξη», εάν είναι διευρυμένη, εάν έχει συνείδηση για τον εαυτό της, εάν συγκροτείται σε τάξη για τον εαυτό της κ.ο.κ.

Αυτό, παρά τις διαβεβαιώσεις του Μπελαντή για το αντίθετο, μπορεί να μας ξαναφέρει σε μια αντίληψη του τρόπου παραγωγής ως πεδίου όπου συναντιούνται τάξεις που γενικά υπάρχουν ούτως ή άλλως. Θα τολμούσα να πως ότι, με μια έννοια, γενικά και αφηρημένα δεν υπάρχουν τάξεις – δεν υπάρχουν, δηλαδή, έξω από τις κοινωνικές σχέσεις. Στην πραγματικότητα υπάρχουν μόνο κοινωνικές σχέσεις και πρακτικές στην ατέρμονη αναπαραγωγή τους, που είναι πάντα σε τελική ανάλυση ενδεχομενική και διακυβευόμενη. Με αυτή την έννοια, δεν παράγουν η αστική τάξη και το προλεταριάτο τον καπιταλισμό. Αντίθετα, η επέκταση, γενίκευση και αναπαραγωγή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής (ως ένα σύνολο από μυριάδες «ενικές» πρακτικές που καταλήγουν στην αναπαραγωγή της καπιταλιστικής συσσώρευσης) γεννούν τόσο τον καπιταλισμό όσο και τον κομμουνισμό ως ανταγωνιστικά όρια πρακτικών και αντιστάσεων – όπως γεννούν και συσσωματώσεις φορέων που πολώνονται ανταγωνιστικά γύρω από τις συγκρουσιακές εκμεταλλευτικές σχέσεις. Οι δε ταξικές ταυτότητες παράγονται πάντα μέσα σε συγκεκριμένες ιστορίες και συγκεφαλαιώνουν πληθυντικά χαρακτηριστικά.

Το σύνολο των φορέων που πολώνονται προς τις πρακτικές του συλλογικού εργαζόμενου της καπιταλιστικής παραγωγής είναι ούτως ή άλλως αντιφατικό: είναι πολωμένο στο εσωτερικό του, έχει ιεραρχίες, έμφυλους καταμερισμούς, επηρεάζεται από κάθε λογής πολιτισμικές παραδόσεις και ιδεολογικές κατασκευές (θρησκευτικές, εθνοτικές, ρατσιστικές) και περιλαμβάνει ένα πλήθος ενικούς προσδιορισμούς και ιδιαίτερες ιστορίες. Αυτό σημαίνει ότι δεν ισχύουν απλουστευτικά σχήματα για το πώς αναπαράγονται σχέσεις και πρακτικές στο εσωτερικό του. Δεν υπάρχει π.χ. απριόρι κάποια συνθήκη που εγγυάται ότι όσο πιο χαμηλά στον καταμερισμό εργασίας είναι ένα τμήμα των προλεταριακών μαζών τόσο περισσότερο ριζοσπαστικοποιείται. Μπορεί να ισχύει και το αντίθετο. Η ριζοσπαστικοποίηση π.χ. του εργάτη-μάζα είχε να κάνει και με ιστορικές/πολιτικές παραδόσεις και παρεμβάσεις (για παράδειγμα την αναπαραγωγή στοιχείων εργατικού διαφωτισμού ακόμη και στα μεταπολεμικά ρεφορμιστικά κόμματα) που οδήγησαν σε αυτήν και όχι απλώς με την αντικειμενική συνθήκη.

Η εμφάνιση της δυνατότητας οι δυνάμεις της εργασίας να βγουν αυτόνομα στο προσκήνιο δεν έχει ποτέ σχέση μόνο με τις αντικειμενικές τάσεις του τρόπου παραγωγής αλλά και με τον πολιτικό επικαθορισμό. Αυτό έχει να κάνει με τον τρόπο που οι δύο καθοριστικές πολιτικές μορφές της νεωτερικότητας, ο λαός και το έθνος, έχουν την καταστατική ιδιότητα να συγκαλύπτουν/ αποκαλύπτουν τον ταξικό ανταγωνισμό. Αναγνωρίζουν τις υποτελείς τάξεις και θέλουν να τις διατηρήσουν στην υποτέλειά τους. Η διακύβευση του ποιος είναι ο λαός και τι θέλει, δεν έχει να κάνει απλώς με σημαίνοντα που αναμένουν τα σημαινόμενα, κατά το σχήμα του Λακλάου, αλλά με κάτι βαθύτερο: με το εγγενές τραύμα/χάσμα που φέρνει ο ταξικός ανταγωνισμός στην καρδιά του συλλογικού πολιτικού σώματος. Ανήκουμε όλες/οι στο λαό/έθνος, αλλά δεν μας ανήκουν εξίσου οι κοινωνικές παραγωγικές δυνατότητές του ούτε έχουμε τον ίδιο λόγο στην πολιτική διαδικασία του. Όντως, έχει δίκιο ο Μπελαντής όταν υπενθυμίζει ότι ο αστικός κοινοβουλευτισμός είναι καθαυτός ένας ιδιαίτερα ισχυρός ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους. Μόνο που υπάρχει πάντα και μια λαϊκή «πληβειακή» δημοκρατική ενόρμηση που, εκτός των άλλων, εξηγεί το τρέχον αστικό «μίσος για τη δημοκρατία», ενίοτε ακόμη και για τυπικές μορφές της λαϊκής κυριαρχίας.

Επιπλέον, η σύγχρονη οντολογία της εργασίας δεν περιλαμβάνει μόνο τη διάλυση των παραδοσιακών συσσωματώσεων της εργατικής τάξης, αλλά και την εμφάνιση νέων μορφών, καθώς και τη διαμόρφωση κοινών ταυτοτήτων· η χρήση των τεχνολογιών της επικοινωνίας είναι ενδεικτική. Άλλωστε, πάντα η αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης έχει μια διαλεκτική «συγκέντρωσης/ διάλυσης». Ας μην ξεχνάμε ότι συχνά αυτό που εμείς λέμε παραδοσιακοί χώροι συγκέντρωσης της εργατικής ταυτότητας ήταν ταυτόχρονα και χώροι διάλυσης προηγούμενων ισχυρών τοπικών, κοινοτικών, εθνοτικών δεσμών (βλ. την εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση στον 20ο αιώνα). Αντίστοιχα, η διάλυση παραδοσιακών συγκεντρώσεων, η ακραία ελαστικοποίηση και επισφάλεια ή οι νέες μορφές εκμετάλλευσης δεν αναιρούν την αναπαραγωγή πρακτικών αλληλεγγύης και αντίστασης. Όση γοητεία και εάν έχουν οι αναλογίες του Αγκάμπεν, στην πραγματικότητα homines sacri, με την έννοια απόλυτων θυμάτων της βαναυσότητας χωρίς αντίσταση, δεν υπάρχουν: οι πρακτικές οργάνωσης και αλληλεγγύης των προσφύγων και των μεταναστών έχουν πολλά να δείξουν σε αυτή την κατεύθυνση. Ούτε πρέπει να υποτιμούμε την ενοποιητική διάσταση που έχει η αντίθεση προς τον «πλούτο» ή την «εξουσία», με τον τρόπο που σήμερα φαντάζουν ως κάτι το ιδιαίτερα εχθρικό στα μάτια της πλειοψηφίας των σύγχρονων κοινωνιών.

Από την άλλη, όντως οι σύγχρονες ροές προσφύγων και μεταναστών διαμορφώνουν μια πρόκληση για την ενότητα των δυνάμεων της εργασίας, κύρια εξαιτίας της συνειδητής επιλογής των αστικών δυνάμεων να μην προσφέρουν δυνατότητες ενσωμάτωσης στο «πολιτικό σώμα», σε αντίθεση με τα κύματα μετανάστευσης προηγούμενων εποχών. Και αυτό δίνει μια στρατηγική διάσταση στην πάλη για τα πολιτικά δικαιώματα των μεταναστών και των προσφύγων σήμερα, αλλά και θέτει την πρόκληση της διαμόρφωσης σύγχρονων «μετα-εθνικών» μορφών λαϊκής ενότητας.

Σε κάθε περίπτωση, και αφήνοντας κατά μέρος την συζήτηση για τα όρια της εργατικής τάξης και τις συμμαχίες, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι η μεγάλη πλειοψηφία των σύγχρονων κοινωνιών αποτελείται από ανθρώπους που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο εξαρτώνται από την άμεση ή έμμεση πώληση της εργατικής τους δύναμης για να ζήσουν. Όντως, αυτή η ευρύτερη συμμαχία μπορεί να (αυτο)αναγνωρίζεται περισσότερο ως «λαός» ή ως οι «από κάτω» ή το «99%», παρά γύρω από παραλλαγές ιστορικών προλεταριακών ταυτοτήτων. Αυτό, όμως, δεν αναιρεί ότι «οντολογικά» οι υλικοί όροι αυτών των ανθρώπων ορίζονται γύρω από μια ταξική διαίρεση που αφορά τον πυρήνα του σύγχρονου καπιταλισμού. Αυτό είναι κάτι που έχει αποτυπωθεί και στον πρόσφατο κύκλο «δημοκρατικών εξεγέρσεων», από το 2011 και μετά, παρά την τραγική συχνά πολιτική αντιφατικότητά τους (κύρια εξαιτίας της αδυναμίας τους να έχουν μια αυτοτελή «πολιτική μετάφραση»).

Εργατική τάξη και εργατικός πολιτισμός

Ο Μπελάντής έχει δίκιο πάνω στο θέμα του αυτόνομου εργατικού πολιτισμού. Μόνο που πρέπει να αποφύγουμε να εντοπίζουμε μια τραγική τάση ενσωμάτωσης και κομφορμισμού στην κυρίαρχη κουλτούρα, όπως π.χ. έκαναν οι Αντόρνο και Χορκχάιμερ στη δεκαετία του 1940, μην μπορώντας να αντιληφθούν την εγγενή αντιφατικότητά της: το ροκ, κατεξοχήν πολιτιστικό υβρίδιο από την εμπορική ενσωμάτωση / διαστροφή λαϊκών παραδόσεων, ήταν εξίσου σημαντικό για το κίνημα του 1968 με την ανακάλυψη εκ νέου του Μαρξ. Μορφές εργατικής κουλτούρας αναδύονται όπως και μορφές εργατικού διαφωτισμού σε μοριακό επίπεδο και εδώ είναι από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, ως προς το εάν τα βλέπουμε και εάν προσπαθούμε να τα γενικεύσουμε (από το ελεύθερο λογισμικό έως τις ψηφιακές κοινότητες, την κόντρα για τα «κοινά» στο διαδίκτυο κ.λπ. έως τον τρόπο που λειτουργούν νεανικές / λαϊκές κουλτούρες – όπως π.χ. το ραπ στην Ευρώπη ή άλλα ανάλογα παραδείγματα). Όπως επίσης αναπαράγονται «χνάρια του κομμουνισμού» σε διάφορες συλλογικές πρακτικές σήμερα, αντίστασης, συλλογικότητας και αλληλεγγύης. Ο Γκράμσι πάντα τόνιζε τη σημασία των μοριακών μεταλλαγών και μετατοπίσεων στο πλαίσιο της «παθητικής επανάστασης» ως βασικής αστικής στρατηγικής (αποσυσπείρωση, αποδιάρθρωση, εξατομίκευση). Όμως, αντίστοιχη βαρύτητα πρέπει να δώσουμε και εμείς στη διαρκή αναπαραγωγή σε «μοριακό επίπεδο» και της ανταγωνιστικής τάσης, των κάθε λογής «μειονοτικών γίγνεσθαι», για να δανειστούμε την έκφραση του Ντελέζ.

Οι μοριακές πρακτικές έχουν όντως την τάση να φαντάζουν «αόρατες» ή να επισκιάζονται από άλλες. Κατά συνέπεια, ο Μπελαντής ορθά εντοπίζει ότι πρέπει να μας απασχολήσει η έλξη του ένοπλου τζιχαντισμού ως σύμπτωμα κρίσης του Διαφωτισμού. Όμως, στην πραγματικότητα, η απήχηση της επίκλησης της σφαγής και θυσίας στο όνομα της φαντασιακής Ούμμα, της κοινότητας των πιστών, συμπυκνώνει την καθοριστική απουσία ή μη επεξεργασία ενός αντίπαλου χειραφετητικού προτάγματος στράτευσης – όχι την καταστατική αδυνατότητά του.

Εδώ ακριβώς είναι που αναδεικνύεται η σημασία του κόμματος αλλά και το πρόβλημα με τις μορφές συγκρότησής του σήμερα. Στην πραγματικότητα είτε μιλάμε για την προσπάθεια, συνήθως αποτυχημένη, επανάληψης του «κόμματος νέου τύπου», με παραλλαγές «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού» που συνήθως οδηγούν σε αλλεπάλληλες διασπάσεις, είτε για τις παραλλαγές μετώπου (συνήθως εκλογικού), αυτό που βλέπουμε είναι μια ιδιότυπη εξωτερικότητα προς τις πρακτικές των ίδιων των μαζών που καλούνται να τα στηρίξουν αλλά και απουσία μιας ηγεμονικής διάστασης. Απουσιάζει και το ρίζωμα στις ίδιες τις πρακτικές, τις συλλογικές μορφές, τα δίκτυα, τις μορφές δημοκρατίας του αγώνα, που αναδύονται, αλλά και εκείνη η προσπάθεια να λειτουργήσουν ως εργαστήρια στρατηγικής και νέας μαζικής πολιτικής διανοητικότητας, να ενοποιήσουν τις μοριακές πρακτικές και να τις μπολιάσουν με πλευρές μιας σύγχρονης κομμουνιστικής κατεύθυνσης. «Ρεφορμιστικές» και «επαναστατικές» απόψεις ανακυκλώνουν, σε μεγάλο βαθμό, τις παραδοσιακές αφετηρίες τους, χωρίς διάλογο με τις νέες πραγματικότητες, χωρίς να γίνονται ποτέ αφηγήσεις. Γι’ αυτό και είναι επιτακτικό να ανοίξει πραγματική η κουβέντα για το ποιες μορφές οργάνωσης χρειαζόμαστε σήμερα, «κομματικές» αλλά και «μετωπικές».

Αντί λοιπόν να ψάχνουμε για την «τάξη», ας ψάξουμε για σχέσεις, ανταγωνισμούς, συλλογικές πρακτικές, νέες μορφές διανοητικότητας, νέες «καλές συναντήσεις» - και ας δούμε πώς, δι' αυτών, μπορούν να γίνουν (αντι)ηγεμονικά σχέδια. Τότε ίσως αντιληφθούμε και πώς μπορούμε να έχουμε και τα συλλογικά υποκείμενα που θα χαράξουν σύγχρονους επαναστατικούς δρόμους. Αντιστρέφοντας τη φράση του Ρομαίν Ρολάν που τόσο αγαπούσε ο Γκράμσι, απέναντι στον πεσιμισμό της βούλησης από το βάρος των ηττών, χρειαζόμαστε σήμερα μια ορισμένη αισιοδοξία της νόησης: μια επίμονη διανοητική και πρακτική προσπάθεια να ξαναψηλαφίσουμε ίχνη χειραφετητικών πρακτικών και σχέσεων στο σημερινό πεδίο. Μια εμπιστοσύνη στο ότι η πραγματικότητα ενίοτε έχει περισσότερη επινοητικότητα από τη σκέψη μας.
Read more...

Νέος ακροδεξιός σχηματισμός στην Ελλάδα με το… κωδικό όνομα Λ.Ε.Π.ΕΝ.

0 comments


Με το ακρωνύμιο Λ.Ε.Π.ΕΝ., η Λαϊκή Ελληνική Πατριωτική Ένωση είναι ένας ακόμα ακροδεξιός σχηματισμός που κάνει την εμφάνισή του στην ελληνική πολιτική σκηνή.

Όπως γράφει η Εφημερίδα των Συντακτών στο νέο ακροδεξιό μόρφωμα συμμετέχουν αρκετά πρόσωπα απ’ τον ευρύτερο ακροδεξιό χώρο, κυρίως από τη δυτική Ελλάδα, αλλά και από τη Μακεδονία, ενώ ως σύμβολο επιλέχθηκαν μαίανδροι ανακατεμένοι με μια φλόγα. Πρόεδρος ο ανεξάρτητος περιφερειακός σύμβουλος Χρήστος Ρήγας, ο οποίος αποχώρησε πριν από καιρό απ’ την Ελληνική Αυγή.

Τα στελέχη του διατείνονται πως βρίσκονται σε επαφές με τη Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία, με στόχο τη συνεργασία, σημειώνει η εφημερίδα.
Read more...
Tuesday, December 29, 2015

Ζ. Κωνσταντοπούλου: H τρόικα δεν είχε κανένα πρόβλημα με τη διαφθορά – Αυτό που συντελείται δεν λέγεται νοικοκύρεμα, αλλά εκκαθάριση – Aνάγκη πρωτοβουλιών που θα εκφράσουν ένα ευρύτερο κομμάτι της κοινωνίας που δεν εκπροσωπείται

0 comments
Ολομέτωπη επίθεση κατά του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα εξαπολύει η πρώην πρόεδρος της Βουλής Ζωή Κωνσταντοπούλου, που σε συνέντευξή της στο ΒΗMagazino αναφέρεται επίσης στην Επιτροπή Αλήθειας για το Χρέος καθώς και στα πολιτικά της σχέδια για το μέλλον.

«Έχει ήδη καταγραφεί ότι αυτά τα ντοκουμέντα παρήγαγαν αποτελέσματα», τονίζει η κ. Κωνσταντοπούλου, αναφερόμενη για τα πορίσματα της Επιτροπής Αλήθειας. Σημειώνει πως έπρεπε να έχουν κατατεθεί από την κυβέρνηση σε Σύνοδο Κορυφής και σε κάθε αρμόδιο φόρουμ, φέροντας ως παράδειγμα το πόρισμα που εκδόθηκε στις 18 Ιουνίου «ότι το ΔΝΤγνώριζε από το 2010 ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο» και «αποκάλυπτε ευθύνη των δανειστών για την κατάσταση της χώρας» και μια βδομάδα αργότερα «το ΔΝΤ, με έκθεση που έμεινε κρυφή έως τις 2 Ιουλίου, παραδέχτηκε τη μη βιωσιμότητα του χρέους». Και στο ερώτημα γιατί δεν το αξιοποίησε ο πρωθυπουργός απαντά πως «ο τρόπος με τον οποίο αποφασίστηκαν και διεξήχθησαν οι εκλογές της 20ής Σεπτέμβρη δεν θα πρέπει να σας αφήνει την παραμικρή αμφιβολία για το ποιοι ήταν αυτοί με τους οποίους συμφώνησε».

Κατηγορεί, επίσης, τον Αλέξη Τσίπρα για «προδοσία», λέγοντας:

Η άποψή μου είναι ότι το “Όχι” κέρδισε χάρη στην αποφασιστικότητα και τη γενναιότητα αυτού του λαού, ενός λαού που δεν είχε κανένα δικαίωμα ο κ. Τσίπρας να προδώσει.

Σε σε άλλο σημείο ανέφερε:


Υπάρχει ένα βασικό ερώτημα… Το ερώτημα είναι από την αρχή της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αυτός ο πρωθυπουργός με βάση ποιες υποθέσεις και ποια δεδομένα αποφάσισε ξανά και ξανά να αποπληρώνουμε τις δόσεις στους δανειστές χωρίς να έχει εξασφαλίσει θωράκιση για τη χώρα; Πρόκειται για αποφάσεις δικές του που ελήφθησαν σε πείσμα των αποφάσεων των οργάνων του κόμματος.

Κλιμακώνοντας τα πυρά της κατά του πρωθυπουργού, η κ. Κωνσταντοπούλου επεσήμανε πως «δεν θα διεκδικήσω για την Αριστερά το μονοπώλιο του ηθικού πλεονεκτήματος, αλλά η αντίληψη ότι πρέπει να υπάρχουν κοινωνικές τάξεις και ταξικές διακρίσεις, η αντίληψη ότι οι φτωχοί είναι χαζοί, είναι ξένη με μια γνήσια αριστερή θεώρηση της κοινωνίας. Υπάρχει ευθύνη του κ. Τσίπρα και της κυβέρνησης γιατί με τις συμπεριφορές τους και την προδοσία στην οποία συνέπραξαν κλόνισαν το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς στη χώρα μας αλλά και πανευρωπαϊκά. Εκείνο που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι αυτές οι πολιτικές και ο καθεστωτισμός δεν έχουν καμία σχέση με την ταυτότητα της Αριστεράς».

Απαντώντας στις επικρίσεις που δέχθηκε ως πρόεδρος της Βουλής​ η κ. Κωνσταντοπούλου τονίζει πως η επιμονή στη δημοκρατική διαδικασία δεν είναι τυπολατρία. «Αυτοί που την ονομάζουν τυπολατρία είναι αυτοί που καταπατούν τη δημοκρατία με την πιο καθεστωτική λογική» σημειώνει και προσθέτει ότι «ο ΠτΒ δεν είναι διακοσμητικό αξίωμα, «είναι εγγυητής της κοινοβουλευτικής λειτουργίας και εργάζεται για μια ζωντανή Βουλή, ανοιχτή στην κοινωνία».

Σε αυτό το πλαίσιο τόνισε ότι «δέχθηκε επιθέσεις σε προσωπικό επίπεδο, με ιταμό ύφος και περιεχόμενο, και με συστηματικότητα και επαναληπτικότητα, που κανένας άλλος δεν έχει δεχθεί και “χωρίς να ενεργοποιείται καμία προστατευτική λειτουργία της συλλογικότητας στην οποία ανήκα”». Αναφορικά δε με τις κατηγορίες για “φλέρτ” με τη Χρυσή Αυγή, τονίζει ότι ήταν η πρώτη που δήλωσε δημόσια, από τον Απρίλιο του 2012, ότι η Χρυσή Αυγή είναι εγκληματική οργάνωση, και χαρακτήρισε «γκεμπελισμό, το να προσπαθείς να εμφανίσεις έναν άνθρωπο ως το ακριβώς αντίθετο από αυτό που είναι με σκοπό την πολιτική στοχοποίηση και εξουθένωση, χαρακτηρίζει εκείνους που δρουν φασιστικά και θρασύδειλα, ελλείψει πολιτικών επιχειρημάτων». «Καμία ευνοϊκή συμπεριφορά. Τηρούσα τον κανονισμό» προσθέτει.

Σε ερώτηση αν ήταν σοκ η μη επανεκλογή της στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου, ανέφερε πως ήταν επιλογή της, «ξέραμε πως η Λαϊκή Ενότητα ήταν πάρα πολύ δύσκολο να μπει στηΒουλή», και στην επισήμανση ότι οι περισσότερες δημοσκοπήσεις έδειχναν ασφαλή ποσοστά εισόδου στη Βουλή απαντά:


Σας έχω πει άλλη φορά τη γνώμη μου για τις δημοσκοπήσεις… Ξέραμε ότι επρόκειτο για εκλογές εκκαθάρισης. Ωστόσο, το καθήκον μου ήταν να αντισταθώ και όχι να παραδοθώ. Αν ο καημός μου ήταν να εκλέγομαι και να παραμείνω ΠτΒ, θα έλεγα “ναι σε όλα”. Δεν το έκανα.

Ερωτώμενη δε αν οι πολιτικές της βλέψεις φθάνουν μέχρι την πρωθυπουργία απαντά ότι δεν σκέφτεται μ’ αυτόν τον τρόπο, πως «στόχος μου είναι να ανατραπεί ο ζυγός που λέγεται Μνημόνιο» και τονίζει ότι «οι θέσεις ευθύνης (και όχι εξουσίας) δικαιώνουν μία διαδρομή και μία σειρά επιλογών όταν και η άσκηση της εξουσίας με την οποία είναι συνυφασμένες γίνεται με τρόπο αντάξιο της δέσμευσης, της εμπιστοσύνης και της προσδοκίας όσων σε εμπιστεύθηκαν. Αν ο ύψιστος στόχος είναι η κατάκτηση ενός αξιώματος, τότε είναι πιθανό να χάσεις την ψυχή σου στη διαδρομή».

"Sponsored links"


Στην ερώτηση αν σκοπεύει να ιδρύσει κόμμα αναφέρει:


Η άποψή μου είναι ότι μέσα από τη συλλογικότητα υπηρετούνται οι πολιτικές στοχεύσεις. Δεν μετάνιωσα που στήριξα τον ΣΥΡΙΖΑκαι δεν είναι στην αντίληψή μου μια αυτονόητη μηχανιστική παραγωγή πλαισίου για να ανακυκλώνεται κανείς στο πολιτικό στερέωμα. Υπάρχει, όμως, η ανάγκη πρωτοβουλιών που θα εκφράσουν ένα ευρύτερο κομμάτι της κοινωνίας που δεν εκπροσωπείται, για να δοθεί βήμα συμμετοχής στις νέες γενιές που έχουν περιθωριοποιηθεί και σε αυτό το πλαίσιο θα δραστηριοποιηθώ.

Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη όπως δημοσιεύτηκε στο ΒΗΜΑGAZINO:

Ας αντισταθούμε για όσο μπορέσουμε στην πολιτική και ας κάνουμε μια λίγο πιο φιλοσοφική συζήτηση… «Για να δούμε τι έχετε να με ρωτήσετε…».

Ξεκινήσατε το 2015 ως Πρόεδρος της Βουλής και σήμερα, λίγες ημέρες πριν από το 2016, έχετε αποχωρήσει από τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν είστε βουλευτής. Πιστεύετε στην τύχη ή πιστεύετε ότι την τύχη τη φτιάχνει κανείς μόνος του; «Πιστεύω ότι τη μοίρα τη φτιάχνει κανείς μόνος του, αλλά πιστεύω ότι η τύχη είναι παράγοντας που ασφαλώς υπάρχει στη ζωή όλων μας».

Αισθάνεστε τυχερή; «Ναι».

Γιατί αισθάνεστε τυχερή; «Γιατί έχω ανθρώπους που με αγαπούν και γεμίζουν τη ζωή μου, γιατί μπόρεσα και ακόμη μπορώ στη ζωή μου να κάνω πράγματα που με γεμίζουν και με εκφράζουν. Αισθάνομαι τυχερή γιατί έχω τη δυνατότητα να αλλάξω όσα μας καταδυναστεύουν και όλα όσα συγκροτούν ένα πλαίσιο αδικίας».

Ολα είναι τύχη… Τύχη είναι που γεννηθήκαμε στην Ελλάδα της σημερινής εποχής και όχι πριν από 500 χρόνια, τύχη είναι που δεν είστε γυναίκα στον Μεσαίωνα…«Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι υπάρχουν και γυναίκες που ζουν σήμερα όπως στον Μεσαίωνα. Τίποτε δεν είναι δεδομένο».

Εχετε αισθανθεί την έλλειψη, να σας λείπουν χρήματα, να σας λείπει η προσοχή αγαπημένων ανθρώπων ή ήσασταν πάντα χορτασμένη; «Θα με χαρακτήριζα τυχερή, όχι χορτασμένη, μου έχουν λείψει πράγματα, αλλά όχι στον βαθμό που αξίζει να το αναφέρω. Θα το θεωρούσα ύβρη να αναφέρω ελλείψεις όταν υπάρχουν άνθρωποι που στερούνται ακόμη και τα πολύ βασικά».

Βλέπουμε τα αστέρια τη νύχτα, αντικρίζουμε χωρίς να το συνειδητοποιούμε ένα χάος δισεκατομμυρίων ετών φωτός, γεμάτο τεράστιο αριθμό από κόσμους, από ασύλληπτες πραγματικότητες κι εμείς την ίδια στιγμή ασχολούμαστε με ψευδαισθήσεις πολιτικές, οικογενειακές, εθνικές, ερωτικές και επαγγελματικές. Ζούμε με μια τεράστια προσκόλληση στα ανθρώπινα και την ασήμαντη «στιγμή». Το έχετε σκεφτεί; «…Η ερώτηση ποια είναι ακριβώς;».

Εχει τελικά νόημα η τόση προσκόλληση στους ανθρώπινους καθημερινούς στόχους μας τη στιγμή που μπορεί να είμαστε σε όλα λάθος, τελείως λάθος, πάντα λάθος, ό,τι κι αν κάνουμε;«Οχι, δεν έχω σκεφτεί ότι είναι μάταια όσα κάνουμε και αντίθετα πάντοτε έχω την πεποίθηση ότι “όποια κι αν είναι η ερώτηση, ο άνθρωπος είναι η απάντηση”. Δεν έχω μια απόκοσμη θεώρηση του σύμπαντος και της πραγματικότητας».

Σας έχουν χαρακτηρίσει ακόμη και «βιονική γυναίκα». Τι είναι αυτό που σας κινητοποιεί και είστε τόσο δραστήρια; «Μάλλον η αγάπη μου για τη ζωή. Εννοώ τη ζωή με μικρό “ζ” ή τη ζωή με τα τρία γράμματα κεφαλαία».

Ησασταν από μικρή τόσο δραστήρια; «Ναι. Από μικρή αισθανόμουν την ανάγκη να κάνω όσο το δυνατόν περισσότερα, να μάθω όσο το δυνατόν περισσότερα, να συμμετέχω, να ζήσω όσο το δυνατόν περισσότερα. Γι’ αυτό είχα και έναν μεγάλο στόχο στη ζωή μου, που δεν μπορώ να τον πετύχω, να κάνω το 24ωρο 48ωρο. Αυτή είναι η καταδικασμένη μου φιλοδοξία».

Αυτή η τάση προς την αδιάκοπη δραστηριότητα υπήρχε από τότε που θυμάστε τον εαυτό σας;«Ναι, θυμάμαι έτσι τον εαυτό μου από την αρχή».

Δεν είχατε μια καθοδήγηση, μια επιρροή, μια πίεση προς αυτή την κατεύθυνση από τους γονείς σας (σ.σ.: τον δικηγόρο και πρώην πρόεδρο του ΣΥΝ Νίκο Κωνσταντόπουλο και τη δημοσιογράφο Λίνα Αλεξίου); «Το αντίθετο. Αλλωστε οι γονείς μου ξέρουν ότι ο καλύτερος τρόπος για να μην κάνω κάτι είναι κάποιος να με πιέσει. Εχω δυσανεξία στην πίεση».

Τι είναι αυτό που προσπάθησαν να σας διδάξουν οι γονείς σας; «Δεν είχαν μια “κατηχητική σχέση” μαζί μου. Είχαμε μάλλον μια πολύ ωραία και ισότιμη σχέση, όσο μπορεί να είναι ισότιμη η σχέση γονιού – παιδιού. Εκείνο που περισσότερο με επηρέασε ήταν το παράδειγμά τους, όχι τα λόγια τους ή οι παραινέσεις ή οι συμβουλές τους. Με επηρέασε το παράδειγμα ανθρώπων που ήταν ακέραιοι, που πάλεψαν σκληρά και παλεύουν ακόμη για αρχές και αξίες και όχι για υλικά αγαθά και άλλου τύπου απολαβές. Το παράδειγμα ανθρώπων που έδιναν σημασία στο αξιακό φορτίο των σχέσεων και επιλογών και όχι σε άλλες παραμέτρους».

Ο πατέρας σας, καθώς μεγαλώνατε, έγινε ένα όλο και πιο προβεβλημένο δημόσιο πρόσωπο, ιδίως μετά το 1989. Σας επηρέασε αυτό; Πώς διαχειριστήκατε το γεγονός ότι ήσασταν κόρη πολιτικού αρχηγού; Αισθανόσασταν άγχος στις καθημερινές επαφές σας; «Οχι, εξάλλου όταν ασχολήθηκε με την κεντρική πολιτική σκηνή το 1989-1990 ήμουν ήδη 12 ετών, δεν ήμουν δηλαδή πολύ μικρή. Αισθανόμουν πάντα και για τους δύο γονείς μου πολύ περήφανη…».

Σκέφτεστε να γίνετε μητέρα; Θα θέλατε να αποκτήσετε παιδιά; «Ναι».

Αλλά όχι τώρα; «Στη γενική ερώτηση απαντώ “ναι”, αλλά στη μέχρι τώρα ζωή μου αυτό δεν μπόρεσε να συνδυαστεί. Αλλά δεν είμαι άνθρωπος που δεν αγαπάει τα παιδιά ή που δεν θέλει να αποκτήσει παιδιά».

Δεν ζείτε βάσει προγράμματος; «Εχω αλλεργία στο πρόγραμμα. Μη μου βάζετε πρόγραμμα…».

Θα περίμενα να ακούσω το αντίθετο. Οτι κινείστε βάσει αυστηρού προγράμματος… «Στο μυαλό μου η λέξη “πρόγραμμα” έχει ταυτιστεί με το “Μνημόνιο” και δεν μου αρέσει καθόλου. Πέρα από τα αστεία, όμως, πρόγραμμα έχουμε όλοι, αλλά η ζωή ενός δικηγόρου δεν μπορεί να έχει πρόγραμμα…».

Εχετε επιστρέψει πλήρως στη δικηγορία; «Οχι, γιατί είχα πολιτικές υποχρεώσεις, εντός και εκτός Ελλάδος. Θα επιστρέψω με το νέο έτος. Η δουλειά μου είναι κομμάτι της ύπαρξής μου και δεν θέλω να την αποχωριστώ».

Πιστεύετε στον Θεό; Υπάρχει Θεός, ανεξάρτητα από θρησκείες; «Εννοείτε αν είμαι αγνωστικίστρια;».

Ναι. «Ναι, είμαι αγνωστικίστρια, που σημαίνει ότι δεν ξέρω αν υπάρχει Θεός».

Θα εγκαταλείπατε ποτέ την πολιτική για έναν μεγάλο έρωτα; «Δεν θεωρώ την πολιτική συνυφασμένη με την ύπαρξή μου. Αντιθέτως, θα σας έλεγα πως σε όλο αυτό το διάστημα που υπήρξα βουλευτής αλλά ακόμη και στο διάστημα που ήμουν Πρόεδρος της Βουλής αισθανόμουν περισσότερο πολίτης παρά πολιτικός. Οταν εγκαταλείπεις την ιδιότητα του πολίτη, είσαι ένας κακός πολιτικός…».

Και για τον έρωτα; Δεν απαντήσατε. Θα εγκαταλείπατε την πολιτική; Ή μήπως αφήνετε τον έρωτα σταθερά στις τελευταίες θέσεις των προτεραιοτήτων σας; «Ο έρωτας δεν είναι καθόλου στις τελευταίες θέσεις των προτεραιοτήτων μου, αλλά πιστεύω πως ένας άνθρωπος που πραγματικά με αγαπάει δεν θα μου ζητούσε κάτι τέτοιο. Δεν μου αρέσουν οι εκβιασμοί, ούτε να τους κάνω ούτε να τους δέχομαι».

Πώς είναι η ζωή της Ζωής εκτός πολιτικής, όταν δεν υπάρχουν πολιτικές πρωτοβουλίες; Διαβάζετε λογοτεχνία, παρακολουθείτε κινηματογράφο, κάνετε διακοπές; «Θα πω αυτά που μου αρέσουν να κάνω, χωρίς να σημαίνει ότι τα κάνω, γιατί τα τελευταία χρόνια υπήρχε έλλειψη χρόνου, πάλι από επιλογή. Είχα μια άλλη επικέντρωση από επιλογή. Ναι, μου αρέσει ο κινηματογράφος».

Ποια ταινία είδατε πρόσφατα; «Τη “Γέφυρα των κατασκόπων”».

Τι σας άρεσε σ’ αυτή την ταινία; «Μου άρεσε πολύ η έννοια του “όρθιου ανθρώπου”: του ανθρώπου που τον χτυπούν, πέφτει και ξανασηκώνεται. Πέφτει και ξανασηκώνεται. Πέφτει και ξανασηκώνεται, μέχρι που σταματούν να τον χτυπούν».

Είστε ψύχραιμη; «Είμαι, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι αδιάφορη και ότι δεν με απασχολούν με αγωνιώδη τρόπο ερωτήματα και διλήμματα».

Ποίηση και λογοτεχνία; Σας συγκινεί ο Καβάφης, για παράδειγμα; «Ο Καβάφης είναι εγγεγραμμένος σε πολλά σημεία των αναφορών μου, όπως είναι και ο Κίπλινγκ. Αλλά όπως έχω ξαναπεί (σ.σ.: σε συνέντευξη στο BHΜΑgazino στις 8 Μαρτίου 2015), έχω και πιο απροσδόκητες αναφορές, όπως ο “Γλάρος Ιωνάθαν” και ο “Μικρός Πρίγκιπας”. Δεν το θυμάστε και αναφέρετε τον Καβάφη, ίσως γιατί θέλετε να με ενηλικιώσετε…».

Αλλά εσείς δεν θέλετε; «Εγώ λέω ότι είναι σημαντικό να είμαστε αληθινοί και γνήσιοι και όχι να προσποιούμαστε ότι είμαστε κάτι άλλο από αυτό που είμαστε».

Πού πηγαίνετε εκδρομές; «Το όνειρό μου είναι να πάω σε όλον τον κόσμο».

Μέχρι τώρα; «Εχω πάει σε ένα σημαντικό κομμάτι του κόσμου…».

Σε είκοσι χρόνια θα είστε μικρότερη από πολλούς πολιτικούς που μεσουρανούν σήμερα… Μέχρι πού φτάνουν οι φιλοδοξίες σας; Βλέπετε τον εαυτό σας πρωθυπουργό; «Δεν σκέφτομαι με αυτόν τον τρόπο. Στόχος μου είναι να ανατραπεί ο ζυγός που λέγεται Μνημόνιο. Θα κάνω ό,τι περνά από το χέρι μου για να αναπλαστεί η πραγματικότητα της ζωής μας, για να ζει ο καθένας και η καθεμιά μια αξιοβίωτη ζωή. Νομίζω ότι όλες οι διαδρομές αξίζουν, αν δεν χάσεις στον δρόμο την ψυχή σου κι αν δεν ξεχάσεις από πού ξεκίνησες και για πού έβαλες πλώρη… Με λίγα λόγια, οι θέσεις ευθύνης (και όχι εξουσίας) δικαιώνουν μία διαδρομή και μία σειρά επιλογών όταν και η άσκηση της εξουσίας με την οποία είναι συνυφασμένες γίνεται με τρόπο αντάξιο της δέσμευσης, της εμπιστοσύνης και της προσδοκίας όσων σε εμπιστεύθηκαν. Αν ο ύψιστος στόχος είναι η κατάκτηση ενός αξιώματος, τότε είναι πιθανό να χάσεις την ψυχή σου στη διαδρομή».

Πιστεύετε στη δύναμη της ψυχής; «Φυσικά. Κατ’ επανάληψη έχω μιλήσει για τους έμψυχους θεσμούς: οι θεσμοί δεν είναι απρόσωποι, αλλά έμψυχοι, προσλαμβάνουν τις ιδιότητες που τους προσδίδουν οι άνθρωποι που τους ενσαρκώνουν».

Πάντως, πράγματι είστε ίσως το πιο πολυσυζητημένο πρόσωπο του 2015. Σας εξέλεξαν 235 βουλευτές Πρόεδρο της Βουλής, κάτι που δεν έχει ξαναγίνει… «Κατ’ αρχάς, δεν θεωρώ τίτλο τιμής τον αριθμό των βουλευτών που με ψήφισαν…».

Μα δεν είναι τίτλος τιμής; «Οχι, ούτε άλλωστε επιδίωξα να με ψηφίσουν κόμματα που εκπροσωπούν το σάπιο παλαιοπολιτικό σύστημα. ΝΔ, ΠαΣοΚ, Ποτάμι, μόλις ανακοινώθηκε ότι με προτείνει ως Πρόεδρο της Βουλής το βασικό κυβερνητικό κόμμα, αντέδρασαν σφοδρά και σωστά, διότι γνώριζαν ότι δεν επρόκειτο να τους χαριστώ σε ζητήματα εμπλοκής στελεχών τους και των ιδίων των κομμάτων σε υποθέσεις σκανδάλων. Εν συνεχεία, αντιλαμβανόμενοι ότι είχαν εκτεθεί δήλωσαν ότι θα με ψηφίσουν. Είναι πρόδηλο ότι προσδοκούσαν μια δική μου μεταστροφή, που όμως δεν υπήρχε περίπτωση να υπάρξει…».

Μπορούσαν άνετα να μη σας ψηφίσουν. «Μετάνιωσαν την ίδια ημέρα, μόλις άκουσαν την εναρκτήρια ομιλία μου, στην οποία είπα ότι η πρώτη μεταμνημονιακή Βουλή δεν θα γίνει πλυντήριο σκανδάλων».

Πράγματι, δεν κάνατε μια ενωτική ομιλία. «Απολύτως ενωτική, με σημείο αναφοράς την κοινωνία και τη δημοκρατία».

Και ούτε είχατε μια ενωτική θητεία… «Εξαρτάται από το τι θεωρείται ότι ενώνει. Εάν προσδοκούσαν ότι θα μας ενώνει η συνενοχή στη μίζα, στις υπόγειες διαδρομές και τη διαπλοκή…».

Μέσα σε οκτώ μήνες γίνατε Πρόεδρος της Βουλής, αλλά και μείνατε εκτός Βουλής. Δεν ήταν σοκ; «Ηταν επιλογή μου».

Είχε προεξοφληθεί ότι θα εκλεγόσασταν βουλευτής. «Ξέραμε πως η Λαϊκή Ενότητα ήταν πάρα πολύ δύσκολο να μπει στη Βουλή».

Μα οι περισσότερες δημοσκοπήσεις έδειχναν ασφαλή ποσοστά εισόδου στη Βουλή… «Σας έχω πει άλλη φορά τη γνώμη μου για τις δημοσκοπήσεις… Ξέραμε ότι επρόκειτο για εκλογές εκκαθάρισης. Ωστόσο, το καθήκον μου ήταν να αντισταθώ και όχι να παραδοθώ. Αν ο καημός μου ήταν να εκλέγομαι και να παραμείνω ΠτΒ, θα έλεγα “ναι σε όλα”. Δεν το έκανα».

Κάνετε αυτοκριτική για την πορεία σας στον ΣΥΡΙΖΑ και για τη διαδρομή σας ως Προέδρου της Βουλής; «Αυτοκριτική κάνω για τα πάντα».

Και ποιο είναι το συμπέρασμα; «Για τη θητεία της Προέδρου δεν θα έλεγα ότι αποτιμώ κάποια πράγματα ως λάθη. Κόστισε, όμως, η επιλογή μου να μην προβώ σε υπηρεσιακές ανακατατάξεις, αλλά να αξιολογήσω το προσωπικό και να αξιοποιήσω τους ανθρώπους. Αυτό θεωρώ ότι στοίχισε γιατί δυστυχώς μέσα στη Βουλή υπάρχουν κυκλώματα που δρουν πια ως καθεστώς…».

Οι υποστηρικτές σας θα πουν – και όχι αβάσιμα – ότι εσείς αναδείξατε τη Βουλή. Η Βουλή πήρε αποφάσεις, άνοιξε φακέλους και ανέλαβε πρωτοβουλίες. Οτι επανήλθε ο σεβασμός στον Κανονισμό και τους θεσμούς. Ωστόσο, υπάρχει και έντονη κριτική για τα πεπραγμένα σας…«Δηλαδή;».

Το πρώτο που λέγεται είναι ότι αδιαφορήσατε για τη συναίνεση σε εποχή κρίσης… «Η συναίνεση βασίζεται σε κοινές αξίες και σε μία παραδοχή αλληλοσεβασμού. Αν ενδιαφέρεται κανείς να δει τα πραγματικά περιστατικά, εκείνο που θα έπρεπε να διαγνώσει, και που πολλοί έχουν διαγνώσει, είναι ότι δεν έχει υπάρξει άλλος – ή άλλη – Πρόεδρος της Βουλής που να έχει δεχθεί τόσες επιθέσεις σε τόσο προσωπικό επίπεδο, με τόσο ιταμό ύφος και περιεχόμενο, με τέτοια ένταση, συστηματικότητα και επαναληπτικότητα σε όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο. Σκεφτείτε αν έχει άλλος δεχθεί ύβρεις, επιθέσεις, τραμπουκισμούς, μπούλινγκ όπως αυτά που εκδηλώθηκαν εναντίον μου επί θητείας μου, χωρίς να ενεργοποιείται καμία προστατευτική λειτουργία της συλλογικότητας στην οποία ανήκα».

Γιατί στη δική σας περίπτωση δεν ενεργοποιήθηκε, όπως λέτε, οποιαδήποτε προστατευτική λειτουργία της συλλογικότητας στην οποία ανήκατε; «Τότε νόμιζα ότι η έλλειψη υπεράσπισης οφειλόταν σε μια άνευρη νοοτροπία και έλλειψη πολιτικών αντανακλαστικών αλληλεγγύης. Τελικά αποδείχθηκε ότι η έλλειψη υπεράσπισης αλλά και η υπόγεια υποκίνηση επιθέσεων οφειλόταν στην εκτίμηση ότι κάποια στιγμή θα χρησίμευε η αποδυνάμωση μιας Προέδρου η οποία επέμενε να εφαρμόζονται το Σύνταγμα και ο Κανονισμός, να γίνεται σεβαστή η διάκριση εξουσιών και η κυβέρνηση να μη λειτουργεί πραξικοπηματικά και “ετσιθελικά” απέναντι στη Βουλή…».

Κι εσείς, όμως, επιδείξατε μια εξοντωτική τυπολατρία… «Η επιμονή στη δημοκρατική διαδικασία δεν θα δεχθώ ποτέ ότι είναι τυπολατρία. Αυτοί που την ονομάζουν τυπολατρία είναι αυτοί που καταπατούν τη δημοκρατία με την πιο καθεστωτική λογική».

Σας κατηγορούν και για πολυπραγμοσύνη… «Πράγματι, είχα εξαρχής την άποψη ότι ο ΠτΒ δεν είναι διακοσμητικός ούτε τουρίστας, οφείλει να δουλέψει για τη Βουλή. Η Βουλή ήταν παρατημένη. Ο ΠτΒ δεν είναι διακοσμητικό αξίωμα. Ο ΠτΒ είναι εγγυητής της κοινοβουλευτικής λειτουργίας και εργάζεται για μια ζωντανή Βουλή, ανοιχτή στην κοινωνία».

Πολλοί επίσης έκαναν λόγο για την υπερπροβολή σας μέσα από το Κανάλι της Βουλής… «Δεν υπήρχε υπερπροβολή. Δούλευα, προήδρευα στις επιτροπές και είχα μια παρουσία ουσιαστική και όχι δημοσιοσχεσίτικη, όχι κατ’ επίφασιν… Ζήτησα να προβάλλει το Κανάλι όλες τις συνεδριάσεις της Ολομέλειας και των Επιτροπών σε πραγματικό χρόνο ως αναγκαία προϋπόθεση για να ενημερώνονται οι πολίτες με γνήσιο και άμεσο τρόπο…».

Υπήρξε «φλερτ» με τη Χρυσή Αυγή; «Οσοι με ξέρουν – και με ξέρουν όσοι φιλοτεχνούν αυτή την τρομακτική διαστρέβλωση – γνωρίζουν ότι τη μάχη κατά του φασισμού και του ναζισμού και τη μάχη κατά της Χρυσής Αυγής την έχω δώσει πάρα πολλά χρόνια, όχι υπό τους προβολείς, αλλά από τότε που ήμουν φοιτήτρια και αργότερα μέσα από το επάγγελμά μου. Εχω υπερασπιστεί πολλά θύματα της ΧΑ. Ο γκεμπελισμός, το να προσπαθείς να εμφανίσεις έναν άνθρωπο ως το ακριβώς αντίθετο από αυτό που είναι με σκοπό την πολιτική στοχοποίηση και εξουθένωση, χαρακτηρίζει εκείνους που δρουν φασιστικά και θρασύδειλα, ελλείψει πολιτικών επιχειρημάτων».

Ωστόσο δόθηκε σε πολλούς η εντύπωση μιας ευνοϊκής συμπεριφοράς της Προέδρου απέναντι στη Χρυσή Αυγή… «Καμία ευνοϊκή συμπεριφορά. Τηρούσα τον κανονισμό. Θα ήμουν σίγουρα υπόλογη εάν έχοντας πολεμήσει τη ΧΑ και τις διακρίσεις, τον φασισμό, τον ρατσισμό, τον ναζισμό και τις ολοκληρωτικές λογικές, μετά ως Πρόεδρος της Βουλής εφάρμοζα ολοκληρωτικές λογικές εναντίον μιας κοινοβουλευτικής ομάδας ή των βουλευτών της, εν προκειμένω της ΧΑ. Η δημοκρατία θεμελιώνεται στον σεβασμό των δικαιωμάτων όλων, ακόμη και των εχθρών της. Η δημοκρατία που ξεπουλά τις αρχές, τις αξίες και την ψυχή της για να πολεμήσει τους εχθρούς της έχει ήδη ηττηθεί».

Μα εσείς επιμένετε συχνά ότι πολλά στελέχη του ΠαΣοΚ και της ΝΔ εμπλέκονται σε σκάνδαλα, ενώ αυτό δεν έχει αποδειχθεί, και την ίδια στιγμή η ΧΑ, εφόσον δεν έχει αποδειχθεί ότι είναι εγκληματική οργάνωση, αντιμετωπίζεται από εσάς ως κανονικό πολιτικό κόμμα… «Μισό λεπτό… Σε κανένα πολιτικό κόμμα και σε καμία κοινοβουλευτική ομάδα δεν στέρησα ποτέ κανένα δικαίωμα. Αλλο αυτό και άλλο να διεκδικούν να τους αναγνωρίσω το δικαίωμα στην ασυδοσία ή την ατιμωρησία για εγκλήματα σε βάρος του Δημοσίου».

Είναι ή δεν είναι εγκληματική οργάνωση η Χρυσή Αυγή; «Διεξάγεται μια δίκη και, αν πρόκειται να έχει αξιοπιστία το αποτέλεσμα, θα πρέπει να περιφρουρηθεί η αξιοπιστία των θεσμών. Ημουν η πρώτη που δήλωσα ότι η Χρυσή Αυγή είναι εγκληματική οργάνωση, στον ΒΗΜΑ FM 99,5, τον Απρίλιο του 2012. Κάποιοι επιχείρησαν τότε να εξισώσουν τα μπουκάλια νερού που έριξαν μέλη της ΧΑ στον βουλευτή του ΠαΣοΚ Πέτρο Ευθυμίου, με ανάλογες εκδηλώσεις πολιτών εναντίον πολιτικών. Αυτό που δήλωσα τότε ήταν ότι αυτή η επίθεση ήταν ήπια για τα δεδομένα της ΧΑ, η οποία είναι εγκληματική οργάνωση που δρα στο σκοτάδι, έχει πάρα πολλές υποθέσεις ανοιχτές ενώπιον της Δικαιοσύνης και γι’ αυτό ας μην υποβαθμίζεται από τα media στο επίπεδο της ρίψης μπουκαλιών νερού. Βέβαια, τότε τα συστημικά media είχαν άλλη γραμμή και έριχναν νερό στον μύλο της Χρυσής Αυγής».

Και γιατί ως Πρόεδρος φερθήκατε άψογα σε μία, όπως λέτε, εγκληματική οργάνωση; «Μετά τον Μάιο του 2012, με ευθύνη της Δικαιοσύνης που ουδέποτε έλεγξε αν εφαρμόζεται στην περίπτωση της ΧΑ το άρθρο 29 του Συντάγματος που περιέχει συγκεκριμένες προβλέψεις για τη δημοκρατική δομή και λειτουργία των κομμάτων, η ΧΑ προσέλαβε και τον χαρακτήρα του κοινοβουλευτικού κόμματος, της κοινοβουλευτικής ομάδας. Από εκεί και πέρα, τα προβλήματα έγιναν πιο σύνθετα και δεν λύνονται με λογικές οι οποίες είναι άκρως φασιστικές».

Είστε η πρώτη Πρόεδρος Βουλής που μίλησε στο Athens Pride. Θεωρήθηκε τόλμημα και οι εντυπώσεις ήταν κυρίως θετικές… «Πηγαίνω κάθε χρόνο στο Athens Pride γιατί ο αγώνας για την προάσπιση και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πρέπει να είναι δυναμικός και εξελικτικός. Δεν μπορούμε να μηρυκάζουμε τις κατακτήσεις του παρελθόντος. Βεβαίως, είμαστε σε μια εποχή κατά την οποία κατακρημνίζονται και τα κεκτημένα, αλλά εμείς, αντιθέτως, πρέπει να διεκδικούμε διαρκώς δικαιώματα που δεν έχουν ακόμη κατοχυρωθεί. Και στο επίπεδο των ομοφυλόφιλων, των αμφιφυλόφιλων και των διεμφυλικών και όλων των κοινωνικών ομάδων και ανθρώπων που λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου βιώνουν στο πετσί τους τις διακρίσεις, υπάρχει τεράστια απόσταση που πρέπει να διανυθεί για να λεγόμαστε κράτος δικαίου».

Μα η κυβέρνηση προχώρησε τώρα στην επέκταση του συμφώνου συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια… «Η νομοθετική πρόταση της κυβέρνησης είναι απογοητευτική γιατί κινείται στο πεδίο του εντελώς αυτονόητου, για να μην πω του συντηρητικού, ενώ θα έπρεπε με πολλή γενναιότητα και ταυτόχρονα με ανθρωπισμό να επιχειρηθεί νομοθετικά η κατοχύρωση ουσιαστικών δικαιωμάτων, όπως του δικαιώματος επιλογής, επιλογής του τρόπου με τον οποίο συνυπάρχεις με τον σύντροφό σου, επιλογής του τύπου συμβίωσης, αν θα είναι σύμφωνο συμβίωσης ή πολιτικός γάμος».

Υποστηρίζετε και την υιοθεσία παιδιών από ομόφυλα ζευγάρια; «Η προσωπική μου γνώμη είναι ότι πρόκειται για ένα δικαίωμα που θα έπρεπε να αναγνωριστεί και δεν έχω καμία αναστολή να διατυπώσω τη γνώμη μου αυτή, γνωρίζοντας και πάρα πολλούς ανθρώπους που ως οιονεί μονογονεϊκές οικογένειες μεγαλώνουν παιδιά ως ομόφυλα ζευγάρια. Και θα έλεγα ότι δεν τα πάνε καθόλου χειρότερα από τους ετερόφυλους».

Ποια είναι σήμερα η σχέση σας με τον κ. Τσίπρα; Μιλάτε; «Οχι».

Πότε τον γνωρίσατε; «Οταν ήμουν 19 και ήταν 21, εγώ ήμουν μέλος των Ανεξάρτητων Παρατάξεων και ο κ. Τσίπρας μέλος της Νεολαίας του ΣΥΝ».

Κι από τότε συνεργαζόσασταν; «Οχι, γιατί όπως σας είπα ήμασταν σε διαφορετικές φοιτητικές παρατάξεις».

Εσείς ήσασταν πιο αριστερή; «Δεν ξέρω, ήμουν σίγουρα πιο ανεξάρτητη, γιατί ο συνδικαλισμός έχει σημασία όταν είναι ακηδεμόνευτος…».

Αρα τον ξέρετε 20 χρόνια και μπορώ να πω ότι ήσασταν μία από τις πιο σταθερές υποστηρικτικές φωνές (της ηγεσίας Τσίπρα). Δεν καταλάβατε νωρίτερα πως είχατε διαφορές μαζί του; «Το σίγουρο είναι πως συντελέστηκε μια προδοσία, και του λαού και της λαϊκής εντολής».

Μήπως οι αντικειμενικές συνθήκες συνέβαλαν σε αυτή τη μεταστροφή; Πάντως, ο κ. Τσίπρας ήθελε να κερδίσει το δημοψήφισμα. Δεν πιστεύω το σενάριο ότι ήθελε να το χάσει… «Εγώ το πιστεύω».

Γιατί τότε προσπαθούσε διαρκώς να ανεβάσει τα ποσοστά του «Οχι» με έκτακτα τηλεοπτικά διαγγέλματα γνωρίζοντας ότι ενίσχυε το «Οχι» κάθε φορά που εμφανιζόταν στην τηλεόραση; «Η άποψή μου είναι ότι το “Οχι” κέρδισε χάρη στην αποφασιστικότητα και τη γενναιότητα αυτού του λαού, ενός λαού που δεν είχε κανένα δικαίωμα ο κ. Τσίπρας να προδώσει. Ο Πρωθυπουργός πίστευε ότι το δημοψήφισμα θα το έχανε. Η συμπεριφορά του μετά το “Οχι” είναι μια συμπεριφορά και μια σειρά επιλογών που έχουν ερμηνεία μόνο ως προδρομολογημένη διαδρομή με βάση το “Ναι”».

Υπάρχει κι άλλη ερμηνεία, που ο Πρωθυπουργός διατύπωσε σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ λίγες ημέρες μετά τη «17ωρη διαπραγμάτευση». Είπε ότι δεν είχε πια άλλη επιλογή παρά να δεχθεί την ευρωπαϊκή προσφορά, έστω κι αν η Ευρώπη δεν υποχωρούσε. Δεν είχε άλλη επιλογή γιατί όπως είπε «δεν διαθέταμε συναλλαγματικά διαθέσιμα» για να υποστηριχθεί μια άλλη λύση. Εφόσον μίλησε για συναλλαγματικά διαθέσιμα, που είναι απαραίτητα μόνο ως «εξάρτημα» εθνικού νομίσματος, ήταν σαφές πως αναφερόταν στη «λύση» της δραχμής. Είναι εύλογο να υποθέσω ότι ο Πρωθυπουργός πίστευε μέχρι την τελευταία στιγμή πως διέθετε πρόσβαση σε κεφάλαια που σε περίπτωση ρήξης με την Ευρώπη θα τα αξιοποιούσε ως συναλλαγματικά διαθέσιμα για να υποστηρίξει το «Σχέδιο Β».«Μα από τις 26 Ιουνίου που ζήτησε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος έως την 6η Ιουλίου, μία ημέρα μετά το δημοψήφισμα, ουδεμία μεταβολή σημειώθηκε στο θέμα “έχουμε ή δεν έχουμε διαθέσιμα”».

Προφανώς είχε κάποια «σήματα» που τον έκαναν να πιστεύει μέχρι την τελευταία στιγμή ότι διέθετε πρόσβαση στα αναγκαία κεφάλαια. Ακριβώς γι’ αυτό ήταν ανένδοτος, αμετακίνητος, αλλά και ψύχραιμος σε μια πολύμηνη διαπραγμάτευση. Ακριβώς γι’ αυτό προκήρυξε το δημοψήφισμα γνωρίζοντας ότι η μεγέθυνση της εκροής καταθέσεων ακριβώς στην εκπνοή της παράτασης του προγράμματος που είχε αποφασιστεί στις 20 Φεβρουαρίου θα προκαλούσε το κλείσιμο των τραπεζών. Επί μήνες ο Πρωθυπουργός εμφανιζόταν σαν να διαπραγματεύεται από θέση ισχύος απέναντι σε όλη την Ευρώπη. Σε τι στηριζόταν; Στο τέλος έκλεισε και τις τράπεζες για να ενισχύσει την αγανάκτηση του λαού κατά της Ευρώπης και να δυναμώσει το «Οχι». «Τι εννοείτε;».

Οτι ήταν έτοιμος για τη ρήξη. Την τελευταία στιγμή, όμως, κατάλαβε πως τα απαιτούμενα κεφάλαια δεν υπήρχαν, ούτε από τη Ρωσία ούτε από αλλού. Και γι’ αυτό υποχώρησε. «Εχετε στοιχεία;».

Ανάλογη εξήγηση (για συναλλαγματικά διαθέσιμα που δεν τα βρήκε η χώρα ούτε στη Ρωσία ούτε στην Κίνα…) έδωσε και ο κ. Καμμένος σε προεκλογική τηλεοπτική του συνέντευξη (στον Alpha). Γιατί να μην είναι έτσι; Εσείς τι θα κάνατε αν δεν είχατε εξασφαλίσει τα κεφάλαια για ένα «Σχέδιο Β»; Δεν θα υποχωρούσατε; Πώς θα συνεχίζατε στο «Οχι»; «Δεν με απασχολούν τα σενάρια αυτά ακριβώς γιατί είναι σενάρια».

Κι αυτό που λέτε εσείς είναι σενάριο. «Εγώ σας λέω την εκτίμησή μου».

Κι εγώ σας λέω την εκτίμησή μου με βάση τις διεθνείς επαφές του Πρωθυπουργού, που αναζητούσε κεφάλαια από Ρωσία, Κίνα και Ιράν στη βάση βεβαίως εμπορικών συμφωνιών. Μιλώ, όμως, και σύμφωνα με τις δημόσιες δηλώσεις του με τις οποίες επιχείρησε να εξηγήσει τη μεταστροφή του… «Δεν γνωρίζω τις επαφές αυτές, ούτε και το περιεχόμενό τους».

Μιλώντας στην Αγία Πετρούπολη μπροστά στον πρόεδρο Πούτιν, μία εβδομάδα προτού προκηρύξει το δημοψήφισμα, είπε ότι «η Ελλάδα είναι έτοιμη να πλεύσει σε νέες θάλασσες»…«Ρωτήστε τον ίδιο για όλα αυτά. Ας μείνουμε, όμως, στην ουσία. Υπάρχει ένα βασικό ερώτημα… Το ερώτημα είναι από την αρχή της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αυτός ο Πρωθυπουργός με βάση ποιες υποθέσεις και ποια δεδομένα αποφάσισε ξανά και ξανά να αποπληρώνουμε τις δόσεις στους δανειστές χωρίς να έχει εξασφαλίσει θωράκιση για τη χώρα; Πρόκειται για αποφάσεις δικές του που ελήφθησαν σε πείσμα των αποφάσεων των οργάνων του κόμματος».

Προφανώς επέλεξε μια κλιμακωτή πορεία διαπραγμάτευσης, είχε αποφασίσει να μην τραβήξει το σχοινί αμέσως, δεν ήθελε να φτάσει στη ρήξη ήδη από τον Μάρτιο. «Μάλλον δεν ήθελε να φτάσει στη συνθηκολόγηση ήδη από τον Μάρτιο. Πάντως, τον Μάρτιο δεν είχε στα χέρια του το πόρισμα της Επιτροπής Αλήθειας Δημοσίου Χρέους ή το έργο της Επιτροπής Διεκδίκησης των Γερμανικών Οφειλών. Τον Ιούνιο τα είχε και δεν τα χρησιμοποίησε».

Μα αυτά δεν αναγνωρίζονταν από την άλλη πλευρά. «Δεν χρησιμοποιήθηκαν».

Πιστεύετε ότι έπρεπε να κατατεθούν σε Σύνοδο Κορυφής; «Φυσικά και έπρεπε να κατατεθούν σε κάθε αρμόδιο φόρουμ. Εχει ήδη καταγραφεί ότι αυτά τα ντοκουμέντα παρήγαγαν αποτελέσματα. Στις 18 Ιουνίου εκδίδεται το πόρισμα ότι το ΔΝΤ γνώριζε από το 2010 ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο. Αποκάλυπτε ευθύνη των δανειστών για την κατάσταση της χώρας. Μία εβδομάδα αργότερα το ΔΝΤ, με έκθεση που έμεινε κρυφή έως τις 2 Ιουλίου, παραδέχτηκε τη μη βιωσιμότητα του χρέους. Και ο κ. Τσίπρας δεν το αξιοποιεί».

Γιατί, λοιπόν, δεν το αξιοποιεί; «Ας πει ο ίδιος τι έκανε και τι δεν έκανε. Την παρτίδα την είχε προδώσει από πριν».

Με τι αντάλλαγμα; «Ο τρόπος με τον οποίο αποφασίστηκαν και διεξήχθησαν οι εκλογές της 20ής Σεπτέμβρη δεν θα πρέπει να σας αφήνει την παραμικρή αμφιβολία για το ποιοι ήταν αυτοί με τους οποίους συμφώνησε».

Ουδείς κατήγγειλε ότι οι συνθήκες διεξαγωγής των εκλογών δεν ήταν ομαλές…«Κάνετε λάθος. Από τη θέση μου ως Προέδρου της Βουλής κατήγγειλα αντισυνταγματική διάλυση της Βουλής. Δεν υπάρχει προηγούμενο να παραιτείται η κυβέρνηση στα κρυφά, να οργανώνει εκλογές με τους δανειστές και με τον ΠτΔ και να αιφνιδιάζει τη Βουλή, να επιμένει να συντμήσει τον χρόνο έως τις εκλογές για να μην προλάβουν να υπάρξουν πολιτικές αντιστάσεις και ανασυγκροτήσεις».

Μήπως υπερβάλλετε; «Σας θυμίζω ότι ο κ. Τσίπρας δεν πήρε ποτέ διερευνητική εντολή, ενώ στον κ. Μεϊμαράκη επιχειρήθηκε να δοθεί η εντολή με e-mail, τα μεσάνυχτα της ίδιας ημέρας και πριν ενημερωθεί ο ΠτΔ από εμένα για τη δύναμη των κομμάτων, όπως απαιτεί το Σύνταγμα. Η μοναδική φορά στα πεντέμισι χρόνια Μνημονίου που οι δανειστές ήταν ευχαριστημένοι με εκλογική διαδικασία ήταν αυτή! Γιατί; Διότι ήταν μια εκλογική διαδικασία πολιτικής εκκαθάρισης και διασφάλισης ενός εκκαθαρισμένου πολιτικού τοπίου για να εφαρμόζονται τα μνημόνια».

Ξέρετε ότι σας έχω μεγάλη εκτίμηση και με στενοχωρείτε. Γιατί εσείς ειδικά, με την επιστημονική επάρκεια που διαθέτετε, έχετε υιοθετήσει έναν τρόπο ερμηνείας της πραγματικότητας βάσει της οποίας για όλα τα δεινά του τόπου ευθύνεται ένα πρόγραμμα σταθεροποίησης και όχι η αδυναμία και απροθυμία εφαρμογής του από τις κυβερνήσεις; Γιατί δεν παραδέχεστε ότι μεγάλο κομμάτι του Μνημονίου επιβάλλει ένα νοικοκύρεμα που απλώς αρνούνται να υλοποιήσουν οι κυβερνήσεις κρατώντας δέσμια τη χώρα; «Δεν υπάρχουν κράτη χωρίς πολίτες και χώρες χωρίς ανθρώπους. Αυτό που συντελείται δεν λέγεται νοικοκύρεμα, αλλά εκκαθάριση».

Επιμένετε ότι οι δαπάνες που οδήγησαν στην υπερχρέωση οφείλονται σε σκάνδαλα κρατικών προμηθειών. Ομως το μεγαλύτερο μέρος των δαπανών του κράτους δεν είναι οι προμήθειες, αμαρτωλές ή αναμάρτητες, αλλά οι κάθε λογής συντάξεις και η εκτεταμένη διαφθορά μεγάλου μέρους της κοινωνίας. Η «διαφθορά της διπλανής πόρτας» και οι πελατειακές σχέσεις ήταν το έγκλημα κατά της Ελλάδας. Το Μνημόνιο περιέχει προβλέψεις για να διορθωθούν όλα αυτά. Γιατί, λοιπόν, να μην εφαρμοστούν; «Εχει αποδειχθεί ότι η τρόικα δεν είχε κανένα πρόβλημα με τη διαφθορά. Και μάλιστα επιδίωξε να ενταφιαστούν πορίσματα για μεγάλα σκάνδαλα όπως η λίστα Λαγκάρντ και η υπόθεση Siemens».

Βεβαίως δεν πρέπει να υπάρχουν σκάνδαλα, αλλά τι έχετε να πείτε για τη «διαφθορά της διπλανής πόρτας», για τα τόσα δισ. που μοιράστηκαν στις τσέπες τόσων Ελλήνων υπό συνθήκες διαφθοράς και συναλλαγής; «Αυτό μένει να αποδειχθεί. Εγώ συγκρότησα μια επιτροπή λογιστικού ελέγχου του χρέους, για να αποκωδικοποιήσει και να αναλύσει ανά τομέα πώς προέκυψε αυτό το χρέος. Για αυτήν την επιτροπή κήρυξε λήξη εργασιών ο νέος ΠτΒ, λίγο πριν αρχίσει να εξετάζει συγκεκριμένες υποθέσεις διαφθοράς… Κάθε παιδί που γεννιέται σήμερα πρέπει να πληρώσει 41.000 ευρώ που κάποιοι τα έφαγαν και τα ήπιαν…».

Αυτοί που τα έφαγαν και τα ήπιαν είναι ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας… «Αυτό δεν έχει στοιχειοθετηθεί. Οδηγηθήκαμε στη χρεοκοπία από πράξεις και παραλείψεις των κομμάτων που εναλλάχτηκαν στην εξουσία από τη Μεταπολίτευση και μετά. Η υπερχρέωση της χώρας οφείλεται σε συγκεκριμένους παράγοντες, συνομολόγηση λεόντειων επιτοκίων, σε μεγάλης κλίμακας διαφθορά, διαπλοκή, οικονομικό έγκλημα. Υπάρχουν συγκεκριμένες δεκάδες ανοιχτές υποθέσεις στη Δικαιοσύνη».

Κυρίως με αντικείμενο τους αμυντικούς εξοπλισμούς… «Κυρίως, ναι, αλλά και γενικότερα τις συμβάσεις του Δημοσίου…».

Κι εσείς τοποθετήσατε τον πρόεδρο άλλου κόμματος στο υπουργείο Αμυνας…«Την κυβέρνηση τη συγκροτεί ο Πρωθυπουργός. Πάντως, θα επαναλάβω: Η υπερχρέωση δεν προέκυψε από υπερβολικές δαπάνες του κράτους για τους πολίτες του, αλλά από μεγάλα επιτόκια και από συμβάσεις διαφθοράς».

Απαλλάσσετε τον λαό από την ευθύνη του; «Η ενοχοποίηση του λαού από επίορκες κυβερνήσεις γίνεται για να αποσείσουν οι τελευταίες τις ευθύνες τους».

Μα είμαστε πρώτοι στην Ευρώπη στη φοροδιαφυγή. Ποιος δεν συμμετέχει σε δοσοληψίες χωρίς απόδειξη; Σκεφτείτε τι έγινε στα βενζινάδικα μέχρι να επιβάλει ο Κωστής Χατζηδάκης τις ταμειακές. Ζούμε ανάμεσα σε εκατομμυριούχους της διπλανής πόρτας με κρυφά λεφτά… «Δεν μπορεί να ενοχοποιείται μια κοινωνία με τέτοιες αυθαίρετες κατασκευές. Σε σχέση με τη φοροδιαφυγή, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ουδέποτε υπήρξε συγκροτημένη φορολογική πολιτική, ούτε ανταποδοτικότητα των φόρων, άρα δεν υπήρξαν οι συνθήκες για να δημιουργηθεί φορολογική συνείδηση και γι’ αυτό υπάρχει πολιτική ευθύνη».

Ταξιδέψατε πρόσφατα στην Αγγλία και στις ΗΠΑ, μιλήσατε στα Πανεπιστήμια LSE και Columbia και επαναλάβατε ότι μόνο το 1 στα 10 ευρώ των «πακέτων βοήθειας» πήγε στον ελληνικό λαό, ενώ τα υπόλοιπα αξιοποιήθηκαν για την αποπληρωμή των δανείων. Ομως αυτό το ποσό που κατέληξε στον λαό ανέρχεται σε περίπου 20 δισεκατομμύρια ευρώ. «Τι θέλετε να πείτε;».

Πόσα περισσότερα δισ. έπρεπε να δοθούν; Και έπειτα γιατί να μην ανακυκλώνεται το χρέος και σταδιακά να περικόπτεται, όπως ήδη γίνεται; Αυτόν τον τρόπο έχει βρει η Ευρώπη για να μην καταρρεύσει το ευρώ. Παγώνουν την αποπληρωμή του χρέους, το ανακυκλώνουν και σταδιακά το διαγράφουν υπό την προϋπόθεση ότι προχωρούν οι μεταρρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας. Πού είναι το πρόβλημα λοιπόν; Μήπως κάνετε αντίσταση για την αντίσταση;«Γιατί είναι παράνομο να επιφορτίζονται μια χώρα και ένας λαός με δάνεια που δεν συνήφθησαν για να εξυπηρετήσουν κοινωνικές ανάγκες, για την αποπληρωμή ενός χρέους που δεν είναι βιώσιμο. Οταν συμβαίνει αυτό, εκείνο που ουσιαστικά αναλαμβάνει μια κυβέρνηση είναι να υπονομεύσει τη δημοκρατία και να επιτεθεί στον πληθυσμό της».

Δεν είπαμε ότι είναι εύκολο να διαχειριστείς μια κρίση χρέους. Αλλά όταν μια χώρα βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση πρέπει η κυβέρνησή της να διαχειριστεί τα προβλήματα στην πραγματική ζωή, πρακτικά, πέρα από τις «μεγάλες πολιτικές» για διαγραφές χρεών «εδώ και τώρα» που μας αρέσει να τις ακούμε, αλλά ξέρουμε πως είναι πρακτικώς ανέφικτο να πραγματοποιηθούν. «Στην πραγματική ζωή υπάρχει η γυναίκα που προσπαθεί να ζήσει το παιδί της. Στην πραγματική ζωή υπάρχει αυτός που δεν βρίσκει μεροκάματο…».

Παντού στην Ευρώπη και τον κόσμο υπάρχουν αυτοί που ψάχνουν να βρουν μεροκάματο. Μόνο στην Ελλάδα, όμως, δεν βρίσκουν μεροκάματο γιατί εφαρμόζεται μια πολιτική απόλυτης αδιαφορίας για το πώς λειτουργεί πραγματικά η οικονομία. Στην πραγματική ζωή υπάρχουν και οι μικρομεσαίοι που κλείνουν και δεν προσφέρουν «μεροκάματα» επειδή με μεγάλη ευκολία μια κυβέρνηση έκλεισε τις τράπεζες, υπάρχουν και οι νέοι επιστήμονες που δεν αντέχουν μέσα σε αυτή την ασφυξία και εξαφανίζονται από τη χώρα… «Χαίρομαι που με συμπληρώνετε. Πάντοτε αναφέρομαι και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που έκλεισαν την τελευταία πενταετία και στις εκατοντάδες χιλιάδες νέες και νέους που μεταναστεύουν μη μπορώντας να βρουν προοπτική εδώ».

Η Κύπρος και άλλες χώρες ακολούθησαν ανάλογα προγράμματα, και όλες τα ολοκλήρωσαν, εκτός από μας. «Και ευημερεί τώρα η Κύπρος;».

Μα ποιος ευημερεί πραγματικά στη σημερινή Δύση; Ούτε καν οι Γάλλοι. Αλλο αυτό, όμως, και άλλο να επιλέγουμε τις πιο ακραίες και πιο αδιέξοδες πολιτικές, αρνούμενοι μια στοιχειώδη ορθολογική διαχείριση. Ο κόσμος δεν είναι τέλειος, αλλά κάπως πρέπει να ζήσουμε… «Το “κάπως πρέπει να ζήσουμε” δεν είναι η απάντηση. Δεν είναι απάντηση το να ζήσουμε χωρίς δημοκρατία και ελευθερία. Δεν είναι επιλογή. Οσοι μας έφεραν ως εδώ είναι υπόλογοι απέναντι στην Ιστορία».

Μα εξαιτίας του ΣΥΡΙΖΑ οδηγηθήκαμε πρόσφατα κάπου πολύ χειρότερα από «εδώ». Φτάσαμε στις 2 Ιουλίου να μας προετοιμάζει ο υπουργός Αμυνας ενώπιον του Πρωθυπουργού ότι «ο Στρατός θα εγγυηθεί την ασφάλεια στο εσωτερικό της χώρας». Εκεί φτάσαμε ύστερα από έξι μήνες Αριστεράς! «Θέλετε να απολογηθώ για τον κ. Τσίπρα και τον κ. Καμμένο;».

Οχι, αλλά εσείς συμφωνούσατε και επαυξάνατε σε εκείνη την πολιτική του πρώτου εξαμήνου…«Δεν υποστήριξα την κυβέρνηση σε κάθε επιλογή. Διαφοροποιήθηκα σε πάρα πολλές επιλογές, όπως τροπολογίες που δεν ψήφισα, διορισμούς στους οποίους αντιτάχθηκα, όπως η περίπτωση Ταγματάρχη, τα διαθέσιμα της Βουλής, που τα διαφύλαξα, παρά τις πρωθυπουργικές επιθυμίες, και, βέβαια, η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου, που καταψήφισα στην Κοινοβουλευτική Ομάδα, το 3ο Μνημόνιο και τα προαπαιτούμενα, που πάλεψα για να μην ψηφιστούν».

Γιατί είστε αριστερή; Αν είχε κερδίσει στα «Δεκεμβριανά» η Αριστερά, θα ήμασταν μια πρώην ανατολική χώρα, και ίσως μάλιστα διχοτομημένη, μια Βόρεια Ελλάδα κομμουνιστική, μια Νότια δυτική, σαν την Κορέα. Γιατί δεχόμαστε ότι έχει ηθικό πλεονέκτημα η Αριστερά ενώ δεν θα έπρεπε να έχει; «Κατ’ αρχάς, η Αριστερά δεν ταυτίζεται με τον κομμουνισμό. Κατά δεύτερον, η Αριστερά αξιακά και ηθικά δεν είναι μια αναδρομή στο παρελθόν. Κοιτάζει το μέλλον, είναι μια διαρκής πάλη για μια αξιοβίωτη ζωή, μια διαδρομή που οι λαοί διανύουν για να κατακτήσουν την ελευθερία και τη δημοκρατία»

Οχι στην Ελλάδα… Στην Ελλάδα Αριστερά σήμαινε κομμουνισμός. Η μεταπολεμική Αριστερά βγήκε μέσα από τον Εμφύλιο και για πολλές δεκαετίες δεν υπήρχε ελληνική Αριστερά με την έννοια της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας… «Θα αποφύγω τον πειρασμό να σας απαντήσω αναλυτικά. Στη συνείδησή μου η Αριστερά είναι συνυφασμένη με τον αγώνα για την κοινωνική χειραφέτηση, τη λαϊκή κυριαρχία, τον ανθρωπισμό, την αντίσταση. Τιμούμε την Αριστερά με τους αγώνες μας και με το παράδειγμά μας, όχι με διακηρύξεις».

Οταν τιμάς τα ανθρώπινα δικαιώματα και αγωνίζεσαι για αυτά δεν μπορείς να είσαι δεξιός;«Φυσικά μπορείς».

Αρα γιατί να μην έχει ηθικό πλεονέκτημα και η Δεξιά; «Δεν θα διεκδικήσω για την Αριστερά το μονοπώλιο του ηθικού πλεονεκτήματος, αλλά η αντίληψη ότι πρέπει να υπάρχουν κοινωνικές τάξεις και ταξικές διακρίσεις, η αντίληψη ότι οι φτωχοί είναι χαζοί, είναι ξένη με μια γνήσια αριστερή θεώρηση της κοινωνίας. Υπάρχει ευθύνη του κ. Τσίπρα και της κυβέρνησης γιατί με τις συμπεριφορές τους και την προδοσία στην οποία συνέπραξαν κλόνισαν το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς στη χώρα μας αλλά και πανευρωπαϊκά. Εκείνο που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι αυτές οι πολιτικές και ο καθεστωτισμός δεν έχουν καμία σχέση με την ταυτότητα της Αριστεράς».

Θα κάνετε δικό σας κόμμα λοιπόν; «Θα κάνω ό,τι χρειαστεί».

Τι ακριβώς θα χρειαστεί; «Επαναλαμβάνω: Θα κάνω ό,τι χρειαστεί».

Μπορεί να γίνουν εκλογές το 2016; «Θεωρώ ότι είναι πιθανό».

Αρα πρέπει να βιαστείτε… «Θεωρώ ότι είναι πιθανό να γίνουν, αλλά θεωρώ επίσης ότι ο Πρωθυπουργός θα εξαντλήσει όλες τις δυνατότητες για οικουμενικά σχήματα ώστε να μη γίνουν εκλογές».

Ο κ. Τσίπρας θα μπορούσε πολύ εύκολα να προκηρύξει νέες εκλογές και να τις κερδίσει για μια ακόμη φορά… «Πάρα πολλοί συμπολίτες μας θα διαφωνούσαν εντονότατα μαζί σας. Μέσα στη δίνη των γεγονότων πολλοί άνθρωποι με κρύα καρδιά ψήφισαν τον ψευδεπίγραφο ΣΥΡΙΖΑ του Σεπτέμβρη και πολλοί άλλοι δεν πήγαν να ψηφίσουν. Τώρα είναι απολύτως συνειδητοποιημένοι και πιστεύουν ότι πρέπει να προχωρήσουν για να ανατραπεί αυτή η λαίλαπα».

Γιατί δεν μας λέτε, λοιπόν, ξεκάθαρα ότι θα ιδρύσετε κόμμα; «Η άποψή μου είναι ότι μέσα από τη συλλογικότητα υπηρετούνται οι πολιτικές στοχεύσεις. Δεν μετάνιωσα που στήριξα τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν είναι στην αντίληψή μου μια αυτονόητη μηχανιστική παραγωγή πλαισίου για να ανακυκλώνεται κανείς στο πολιτικό στερέωμα. Υπάρχει, όμως, η ανάγκη πρωτοβουλιών που θα εκφράσουν ένα ευρύτερο κομμάτι της κοινωνίας που δεν εκπροσωπείται, για να δοθεί βήμα συμμετοχής στις νέες γενιές που έχουν περιθωριοποιηθεί και σε αυτό το πλαίσιο θα δραστηριοποιηθώ».

Σε ένα υποθετικό «κόμμα Ζωής» έχουν θέση η Ραχήλ Μακρή και ο Γιάνης Βαρουφάκης; «Αν με ρωτάτε με ποιους θα συμπορευόμουν, θα σας απαντήσω ότι θα συμπορευθώ με όλους εκείνους και εκείνες που τίμησαν την εμπιστοσύνη του λαού. Σαφώς περιλαμβάνονται σε αυτούς και τα δύο αυτά πρόσωπα όπως και πολλά άλλα. Σε κάθε νέα προσπάθεια που πρέπει να γίνει από εδώ και στο εξής, έχουν θέση όλοι όσοι ήταν μέρος ενός εγχειρήματος που προδόθηκε και δεν πρόδωσαν αλλά και όσοι σήμερα για πρώτη φορά αποφασίζουν να παλέψουν για τη ζωή τους και για τη ζωή των επόμενων γενεών…».

Τι εύχεστε για το 2016; «Εύχομαι να απαλλαγούμε επιτέλους από την καταδυνάστευση των μνημονίων και να ανακτήσουμε την αξιοπρέπεια, την ελευθερία και τη δημοκρατία. Και εύχομαι και πιστεύω ότι θα είναι πάρα πολλοί και πολλές που θα ενεργοποιηθούν σε μια νέα δημοκρατική αντίσταση. Παρά τις μεγάλες δυσκολίες που επιφυλάσσει η κυβερνητική πολιτική, λόγω της μνημονιακής στροφής, θεωρώ ότι θα είναι ένας χρόνος αυτοσυνειδησίας και νέας αφετηρίας για τον λαό και τα κοινωνικά κινήματα…».

Αμήν! Ωστόσο, συγκεντρώνονται πολλά σύννεφα πάνω από τη χώρα… «Γι’ αυτό η γνώμη μου είναι ότι η κυβέρνηση αυτή πρέπει να φύγει».

Αν φύγει, θα έρθει η Δεξιά… «Γιατί; Είναι καταδικασμένος ο λαός να τον κυβερνά είτε η Δεξιά είτε η… Δεξιά;».

Θεωρείτε δεξιά και αυτή την κυβέρνηση; «Ε, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί αλλιώς».

Ορίστε που επαναλαμβάνουμε το ίδιο στερεότυπο. Γιατί η Αριστερά να είναι τόσο «αγιοποιημένη» ώστε να μην μπορεί ποτέ να είναι κακή και απορριπτέα; Εγώ λέω ότι η πραγματική Αριστερά είναι αυτό ακριβώς που βλέπουμε! «Οχι, αυτοί είναι κάποιοι άνθρωποι που βρέθηκαν στην Αριστερά και δεν τίμησαν την Αριστερά».

Εντάξει λοιπόν… Σας ευχαριστώ πολύ, χρόνια πολλά, καλή χρονιά και σας εύχομαι να κάνετε το συντομότερο «ό,τι χρειαστεί». «Εγώ σας ευχαριστώ και καλή χρονιά και σε εσάς».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2015

newpost.gr, tovima.gr

35













Read more...
 
Αριστερή Διέξοδος © 2011 DheTemplate.com & Main Blogger. Supported by Makeityourring Diamond Engagement Rings

You can add link or short description here

Google+