Ο ΒΑΘΙΑ ΤΑΞΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΡΟΥ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΣΚΑΝΔΑΛΩΝ
Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΚΑΣΙΜΗ*
Αλλεπάλληλα σκάνδαλα έρχονται στο φως της δημοσιότητας τις τελευταίες ημέρες και εξεγείρουν όχι μόνο τους προοδευτικούς και αριστερούς πολίτες της χώρας αλλά ακόμα και συντηρητικούς πολίτες , οι οποίοι βλέπουν από την μία την πρωτοφανή οικονομική εξαθλίωση των καταπιεζόμενων και από την άλλη την προκλητικότατη ευμάρεια των καταπιεστών.
Η σκύλευση του πολιτικού πτώματος του Α. Τσοχατζόπουλου, με την ποινή κάθειρξης 20 ετών που του επιβλήθηκε για τη διασπάθιση πλέον των 55 εκατ. ευρώ δεν εξιλεώνει την συγκυβέρνηση και το κεφαλαιοκρατικό σύστημα που έχει επιβάλλει την διαφθορά.
Δεν έχει άδικο από μία άποψη ο πρώην υπουργός ότι δεν αποφάσισε μόνος τις σκανδαλώδεις προμήθειες αλλά από κοινού με το πασοκικό ΚΥΣΕΑ.
Η σκύλευση του πολιτικού πτώματος του Α. Τσοχατζόπουλου, με την ποινή κάθειρξης 20 ετών που του επιβλήθηκε για τη διασπάθιση πλέον των 55 εκατ. ευρώ δεν εξιλεώνει την συγκυβέρνηση και το κεφαλαιοκρατικό σύστημα που έχει επιβάλλει την διαφθορά.
Δεν έχει άδικο από μία άποψη ο πρώην υπουργός ότι δεν αποφάσισε μόνος τις σκανδαλώδεις προμήθειες αλλά από κοινού με το πασοκικό ΚΥΣΕΑ.
Η παράδοση των παροπλισμένων Τσοχατζόπουλου, Μαντέλη, Παπακωνσταντίνου αλλά και του επιχειρηματία-μοναχού Εφραίμ και των «Βουλγαράκηδων» δεν μπορεί να απαλλάξει το δικομματικό «εργοστάσιο σκανδάλων».
Η εξεταστική επιτροπή της Βουλής δεν πρότεινε όπως ήταν αναμενόμενο (κακά τα ψέματα !) την παραπομπή πολιτικών προσώπων για το Βατοπέδι και οι υποθέσεις των περιώνυμων λιστών μεταξύ αυτών και της λίστας Λαγκάρντ παραπέμφθηκαν στις καλένδες και συγκεκριμένα για «θάψιμο» στις υποστελεχωμένες λόγω των μνημονιακών πολιτικών εφορίες (με το πρόσχημα της παραγραφής τους – 31/12/13), χωρίς να εισπραχθεί ούτε σεντ για το ελληνικό δημόσιο. Η Ελλάδα διατηρεί, άλλωστε, τοθλιβερό «προνόμιο» να είναι η μόνη χώρα που δεν έχει εισπραχθεί σεντ από ανάλογες λίστες φοροδιαφυγής!
Την ίδια ώρα βέβαια στο απυρόβλητο παραμένουν οι οφ σορ με τον έλεγχο να έχει περιοριστεί σε 80 από τις 800 συνολικά γνωστές με πενιχρότατα οικονομικά αποτελέσματα.
Και έπεται συνέχεια! Με το νόμο 3885/2010 Βενιζέλος και Παπακωνσταντίνου υπέγραψαν την καταδίκη των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά και έμπηξαν το μαχαίρι στον ήδη βαθιά πληγωμένο παραγωγικό ιστό της χώρας, τα μεταβίβασαν στον λιβανέζο Σάφα, χωρίς ο λιβανέζος τσαμπατζής – «επενδυτής» να επενδύσει ούτε ευρώ σε εξοπλισμό ή τεχνογνωσία. Μήνες ολόκληρους τα ναυπηγεία μένουν εκτός λειτουργίας, οι εργαζόμενοι απλήρωτοι και στο δρόμο και υπονομεύεται η εθνική άμυνα της χώρας καθώς 4 σχεδόν ετοιμοπαράδοτα υποβρύχια, πληρωμένα , σαπίζουν στις εγκαταστάσεις!
Βέβαια, ανθεί και η νομότυπη «ρεμούλα» με το ΤΑΙΠΕΔ, που βρήκε νέο πρόεδρο (ουδείς αναντικατάστατος) μετά την αποπομπή Σταυρίδη λόγω της παρουσίας του στο αεροσκάφος του «φίλου» του Α. Σαμαρά , Δ. Μελισανίδη.
Ο Κ. Μανιατόπουλος αρχίζει, ήδη, να δίνει τα μνημονιακά του διαπιστευτήρια προς κάθε κατεύθυνση. Μιλώντας την Παρασκευή (11/10) στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής υπερθεμάτισε σχετικά με το «κοινωνικό έργο(sic)» που επιτελεί το ΤΑΙΠΕΔ και συμβάλλει έτσι στην «ελάφρυνση των βαρών της κοινωνίας (sic)» κατηγορώντας , μάλιστα, τους λιμενεργάτες των «υπέρογκων αμοιβών» και δοξάζοντας την Cosco που έστειλε τους μισθούς τους στον καιάδα.
Η πώληση, άλλωστε, του ΟΠΑΠ στον Δ. Μελισανίδη έναντι πενιχρού αντιτίμου και με διαχωρισμό του σε καλή και κακή επιχείρηση, με την καλή να πηγαίνει στον αμφιλεγόμενο επιχειρηματία και την κακή να φορτώνεται στην πλάτη των ελλήνων φορολογουμένων αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα νομότυπης ρεμούλας (όπως άλλωστε και σειρά άλλων ανάλογων «σκανδάλων»: ΑΤΕ, ΤΤ, η δωρεάν διάθεση των αποθεματικών των ταμείων και το κούρεμά τους κλπ).
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η «αστική δικαιοσύνη» και οι «αστικοί νόμοι» δεν έχουν παρά μια μικρή αυτοτέλεια και βαθιά ταξικό χαρακτήρα.
Νομιμοποιούν την ασυδοσία της εκτελεστικής εξουσίας (βλ. πχ «μαύρο» στην ΕΡΤ) με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου και (ν)τροπολογίες σε άσχετα νομοσχέδια (βλ. άρθρο 7 λέξεων σε νομοσχέδιο-σκούπα του υπουργείου υγείας όπου δωρίσθηκαν οι ψηφιακές άδειες στους καναλάρχες).
Η σκανδαλώδης εύνοια προς το κεφάλαιο δεν σταματά εδώ! Οι εφοπλιστές και οι «νόμιμες» φοροαπαλλαγές τους , μάλλον, δείχνουν χρόνια τώρα το δρόμο!
Ο ΒΑΘΙΑ ΤΑΞΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΡΟΥ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΣΚΑΝΔΑΛΩΝ
Εδώ αρκεί να επισημάνουμε ότι η συγκάλυψη της ταξικότητας του δικαίου πραγματοποιείται ενίοτε και με την απροκάλυπτη αποκάλυψή του.
Η παράδοση των παροπλισμένων πολιτικών και η παράδοση στην «δικαστική πυρά» δημοσίων προσώπων παραπλανεί και συγκαλύπτει και το μόνο που κάνει είναι να βρίσκει αποδιοπομπαίους τράγους ώστε να «μην τους πάρει όλους η μπάλα».
Αναντίρρητα , βέβαια, το δίκαιο, όπως και το κράτος αυτό καθεαυτό, εκφράζουν, ως ένα βαθμό και ένα συσχετισμό δύναμης. Εκφράζουν δηλαδή και δημοκρατικές, λαϊκές κατακτήσεις, για τις οποίες χύθηκε έγιναν αγώνες και χύθηκε πολύ αίμα.
Ο καπιταλισμός, όμως, είναι αυτός που οδηγεί νομοτελειακά στην διαφθορά και όχι , τυχόν, ανθρώπινες αδυναμίες και ηθικές ατέλειες των καταπιεστών.
Όταν μιλάμε για την αντίθεση εργασίας κεφαλαίου, πρώτα απ' όλα εννοούμε την αντίθεση μεταξύ του σκοπού της καπιταλιστικής παραγωγής, δηλαδή της παραγωγής υπεραξίας, και της χρήσης της κοινωνικοποιημένης εργασίας των άμεσων παραγωγών, των μισθωτών εργατών, για την παραγωγή και την αναπαραγωγή. Σκοπός της καπιταλιστικής παραγωγής είναι η άντληση υπεραξίας της οποίας απότοκο είναι και η διαφθορά.
Επιπλέον , οι εκάστωτε «νομικοί φραγμοί» εφόσον είναι προϊόν των καταπιεστών είναι αδύνατο να μην είναι κομμένοι και ραμμένοι, ως ένα βαθμό, στα μέτρα τους. Οριοθετούνται, δε, με γνώμονα τα συμφέροντα της αστικής κυρίαρχης τάξης και από την διεύρυνση της άντλησης υπεραξίας από το εργατικό δυναμικό.
Βέβαια, οι «νομικοί φραγμοί», από την άλλη, είναι ,επίσης, αυτοί που βάζουν κάποια όρια στην εργοδοτική εξουσία και ασυδοσία, κατοχυρώνουν κάποια εργασιακά δικαιώματα και για αυτό , άλλωστε, μπαίνουν στο στόχαστρο των μνημονίων.
Σίγουρα, βέβαια, για να δώσουμε ένα παράδειγμα ,η νόμιμη εργασία δεν είναι χειρότερη από την ανασφάλιστη εργασία, όμως η ιδιοποίηση της υπεραξίας είναι ούτως ή άλλως άδικη πράξη. Και είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι η ένταση της «μαύρης» εργασίας μπορεί να αυξομειώνεται ανάλογα με τις ανάγκες της πλουτοκρατίας.
Υπάρχει, βέβαια, διαφορά μεταξύ νόμιμης και «μαύρης» εργασίας άσχετα αν και από τις δύο αποσπάται υπεραξία. Όποιος υποστηρίζει το αντίθετο είναι, άλλωστε, σαν να ισοπεδώνει κάθε έννοια εργατικής κατάκτησης.
Ένα επιπλέον παράδειγμα είναι αυτό της νόμιμης φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής μέσω φοροαπαλλαγών και της παράνομης η οποία δεν στηρίζεται σε «αστικούς νόμους» (βλ. φοροαπαλλαγές εφοπλιστών και παρανομίες μικρομεσαίων σε σχέση με την μη-καταβολή του ΦΠΑ).
Βέβαια κι εδώ η διαφορά μεταξύ νόμιμης και παράνομης φοροδιαφυγής είναι αντίστοιχη της νόμιμης και «μαύρης» εργασίας. Σίγουρα κι εδώ οι νόμοι βάζουν ένα φραγμό ώστε να μην χάσει, επιπλέον, το αστικό πολιτικό σύστημα κάθε «νομιμοποίηση» στα μάτια των καταπιεζόμενων.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε, πάντως, ότι η ασυδοσία του κεφαλαίου στην Ελλάδα θα μπορούσαμε να πούμε ότι εκφράζει έναν «αρνητικό συσχετισμό» για τις εργαζόμενες τάξεις που δεν κατάφεραν να βάλουν κάποιους στοιχειώδεις φραγμούς στη δράση του παρόμοιους με αυτούς που υπάρχουν σε ορισμένες άλλες ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες, όμως, είχαν διαφορετική εξέλιξη και πορεία και δεν πέρασαν από εμφύλιους, δικτατορίες κλπ, ούτε υπήρξε τόσο κρίσιμη η γεωπολιτική θέση της χώρας τους.
Η διαφθορά, πάντως, είναι απότοκο της φύσης του κεφαλαιοκρατικού συστήματος και μόνο η ανατροπή του μπορεί να οδηγήσει στην απόλυτη κοινωνική δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη μεταξύ των πολιτών.
Αυτό , βέβαια, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν «διαβαθμίσεις» σε ότι αφορά τη διαφθορά και τη διάχυσήτης στα κοινωνικά στρώματα, αλλά οι διαβαθμίσεις αυτές είναι παράγωγα με τη σειρά τους των καπιταλιστικών περιόδων (κρίσης ή σχετικής ευμάρειας).
Η παράδοση των παροπλισμένων πολιτικών και η παράδοση στην «δικαστική πυρά» δημοσίων προσώπων παραπλανεί και συγκαλύπτει και το μόνο που κάνει είναι να βρίσκει αποδιοπομπαίους τράγους ώστε να «μην τους πάρει όλους η μπάλα».
Αναντίρρητα , βέβαια, το δίκαιο, όπως και το κράτος αυτό καθεαυτό, εκφράζουν, ως ένα βαθμό και ένα συσχετισμό δύναμης. Εκφράζουν δηλαδή και δημοκρατικές, λαϊκές κατακτήσεις, για τις οποίες χύθηκε έγιναν αγώνες και χύθηκε πολύ αίμα.
Ο καπιταλισμός, όμως, είναι αυτός που οδηγεί νομοτελειακά στην διαφθορά και όχι , τυχόν, ανθρώπινες αδυναμίες και ηθικές ατέλειες των καταπιεστών.
Όταν μιλάμε για την αντίθεση εργασίας κεφαλαίου, πρώτα απ' όλα εννοούμε την αντίθεση μεταξύ του σκοπού της καπιταλιστικής παραγωγής, δηλαδή της παραγωγής υπεραξίας, και της χρήσης της κοινωνικοποιημένης εργασίας των άμεσων παραγωγών, των μισθωτών εργατών, για την παραγωγή και την αναπαραγωγή. Σκοπός της καπιταλιστικής παραγωγής είναι η άντληση υπεραξίας της οποίας απότοκο είναι και η διαφθορά.
Επιπλέον , οι εκάστωτε «νομικοί φραγμοί» εφόσον είναι προϊόν των καταπιεστών είναι αδύνατο να μην είναι κομμένοι και ραμμένοι, ως ένα βαθμό, στα μέτρα τους. Οριοθετούνται, δε, με γνώμονα τα συμφέροντα της αστικής κυρίαρχης τάξης και από την διεύρυνση της άντλησης υπεραξίας από το εργατικό δυναμικό.
Βέβαια, οι «νομικοί φραγμοί», από την άλλη, είναι ,επίσης, αυτοί που βάζουν κάποια όρια στην εργοδοτική εξουσία και ασυδοσία, κατοχυρώνουν κάποια εργασιακά δικαιώματα και για αυτό , άλλωστε, μπαίνουν στο στόχαστρο των μνημονίων.
Σίγουρα, βέβαια, για να δώσουμε ένα παράδειγμα ,η νόμιμη εργασία δεν είναι χειρότερη από την ανασφάλιστη εργασία, όμως η ιδιοποίηση της υπεραξίας είναι ούτως ή άλλως άδικη πράξη. Και είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι η ένταση της «μαύρης» εργασίας μπορεί να αυξομειώνεται ανάλογα με τις ανάγκες της πλουτοκρατίας.
Υπάρχει, βέβαια, διαφορά μεταξύ νόμιμης και «μαύρης» εργασίας άσχετα αν και από τις δύο αποσπάται υπεραξία. Όποιος υποστηρίζει το αντίθετο είναι, άλλωστε, σαν να ισοπεδώνει κάθε έννοια εργατικής κατάκτησης.
Ένα επιπλέον παράδειγμα είναι αυτό της νόμιμης φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής μέσω φοροαπαλλαγών και της παράνομης η οποία δεν στηρίζεται σε «αστικούς νόμους» (βλ. φοροαπαλλαγές εφοπλιστών και παρανομίες μικρομεσαίων σε σχέση με την μη-καταβολή του ΦΠΑ).
Βέβαια κι εδώ η διαφορά μεταξύ νόμιμης και παράνομης φοροδιαφυγής είναι αντίστοιχη της νόμιμης και «μαύρης» εργασίας. Σίγουρα κι εδώ οι νόμοι βάζουν ένα φραγμό ώστε να μην χάσει, επιπλέον, το αστικό πολιτικό σύστημα κάθε «νομιμοποίηση» στα μάτια των καταπιεζόμενων.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε, πάντως, ότι η ασυδοσία του κεφαλαίου στην Ελλάδα θα μπορούσαμε να πούμε ότι εκφράζει έναν «αρνητικό συσχετισμό» για τις εργαζόμενες τάξεις που δεν κατάφεραν να βάλουν κάποιους στοιχειώδεις φραγμούς στη δράση του παρόμοιους με αυτούς που υπάρχουν σε ορισμένες άλλες ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες, όμως, είχαν διαφορετική εξέλιξη και πορεία και δεν πέρασαν από εμφύλιους, δικτατορίες κλπ, ούτε υπήρξε τόσο κρίσιμη η γεωπολιτική θέση της χώρας τους.
Η διαφθορά, πάντως, είναι απότοκο της φύσης του κεφαλαιοκρατικού συστήματος και μόνο η ανατροπή του μπορεί να οδηγήσει στην απόλυτη κοινωνική δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη μεταξύ των πολιτών.
Αυτό , βέβαια, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν «διαβαθμίσεις» σε ότι αφορά τη διαφθορά και τη διάχυσήτης στα κοινωνικά στρώματα, αλλά οι διαβαθμίσεις αυτές είναι παράγωγα με τη σειρά τους των καπιταλιστικών περιόδων (κρίσης ή σχετικής ευμάρειας).
*Ο Χρήστος Κασίμης είναι μέλος της Σ.Ε. της Ο.Μ. ΣΥΡΙΖΑ Χαλανδρίου
Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2013