ΚΥΜΑΙΝΟΜΕΝΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΑΠΕΡΓΙΑΚΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ
Του ΑΝΕΣΤΗ ΤΑΡΠΑΓΚΟΥ
Οι μέρες που διανύουμε της ολομέτωπης ταξικής αντιπαράθεσης για την προστασία της απασχόλησης και του κοινωφελούς χαρακτήρα στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, δίνουν ακριβώς την εντύπωση της «Αμφίβολης Μάχης», του μυθιστορήματος του Τζον Στάινμπεκ (1936), όπου ακριβώς το αμερικανικό συνδικαλιστικό κίνημα περνούσε μια αντίστοιχη περίοδο. Μια διαπάλη ανάμεσα σε μια ισχυρή κινηματική δυναμική από την μια πλευρά και μορφές κοινωνικής αδράνειας από την άλλη πλευρά, μια πορεία κυριολεκτικά πάνω στην κόψη του ξυραφιού. Η κρίση υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου και οι πολιτικές των μνημονίων, αφού εκτόξευσαν την ανεργία από το 7% στο 28% και οδήγησαν στην μαζική εκκαθάριση εκατοντάδων επιχειρήσεων και εργοστασίων, επιχειρούν την εφαρμογή δεκάδων χιλιάδων απολύσεων στον δημόσιο τομέα, ρίχνοντας ένα από τα τελευταία οχυρά άμυνας του εργατικού κινήματος, και επιφέροντας την πλήρη ιδιωτικοποίηση του ίδιου του εργασιακού καθεστώτος στις δημόσιες υπηρεσίες κοινωνικού χαρακτήρα.
Η απεργιακή κινητοποίηση των καθηγητών στη μέση εκπαίδευση, με τις δημοκρατικές διαδικασίες που ακολούθησε, ξεκίνησε με μια πανελλαδική συμμετοχή της τάξης του 90%, για να μειωθεί σχετικά τις επόμενες ημέρες, χωρίς όμως να κατέρχεται κάτω του 50%. Οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων στους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και εκείνες των διοικητικών υπαλλήλων των ΑΕΙ και ΤΕΙ, διατήρησαν μια υψηλότατη απεργιακή συμμετοχή κατά τρόπο αμείωτο. Εντούτοις, οι υπόλοιποι χώροι του δημόσιου τομέα που κινητοποιήθηκαν, παρουσίασαν μια σχετικά χαμηλότερη, καθόλου όμως ευκαταφρόνητη, συμμετοχή, που κυμάνθηκε στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, στις κρατικές οικονομικές υπηρεσίες και στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση (48ωρη απεργία ΠΟΕ / ΟΤΑ και ΔΟΕ) στα επίπεδα του 30% - 40%. Εξαίρεση αποτέλεσαν οι κινητοποιήσεις στα νοσοκομεία της χώρας, όπου η συμμετοχή στην κινητοποίηση της ΠΟΕΔΗΝ κινήθηκε σε χαμηλά επίπεδα, αδυνατώντας να διασφαλίσει μια ευρύτερη εργατική συσπείρωση.
ΑΔΡΑΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ ΣΤΟ ΛΑΪΚΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
Απεναντίας, στους υπόλοιπους τομείς των δημόσιων υπηρεσιών που κλήθηκαν να απεργήσουν με την απόφαση της 48ωρης απεργιακής κινητοποίησης της ΑΔΕΔΥ, δεν καταγράφηκε καμιά αγωνιστική κινητικότητα, στο βαθμό που η πλειοψηφία της διοίκησής της και των αντίστοιχων τοπικών δημοσιοϋπαλληλικών ενώσεων, αδράνησαν εξολοκλήρου στην προπαγάνδιση της απεργίας, στην δρομολόγηση δημοκρατικών συνδικαλιστικών διαδικασιών κινηματικών αποφάσεων κλπ. Και από την άλλη πλευρά, η πλειοψηφία της διοίκησης της ΓΣΕΕ, Εργατικών Κέντρων και Ομοσπονδιών, ακόμη και εκείνων που ελέγχονται από τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ, παρόλο που η εργατική τάξη του ιδιωτικού τομέα της καπιταλιστικής οικονομίας αντιμετωπίζει πολλαπλάσια εκρηκτικά προβλήματα σε σχέση με τους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα (τεράστια ανεργία, κατάργηση συλλογικών συμβάσεων, άρνηση πληρωμών των αποδοχών κλπ.), εμφάνισε μια άνευ προηγουμένου αδρανοποίηση. Η αναξιοπιστία και αφερεγγυότητα, ο ενδοτισμός και η συναίνεση, ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο, με αποτέλεσμα ούτε τα μείζονα ζωτικά ζητήματα των εργατοϋπαλλήλων στην ιδιωτική οικονομία να προβληθούν και να αποτελέσουν αντικείμενο αγωνιστικής κινητοποίησης, ούτε να αναδειχθεί η οποιαδήποτε κοινή συμπαράταξη του συνόλου των δυνάμεων της μισθωτής εργασίας, δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Παράλληλα οι εργατικές δυνάμεις του ΠΑΜΕ ανέδειξαν μια δίχως προηγούμενο αντιφατική στάση, συμμετέχοντας αφετηριακά στις κινητοποιήσεις, προβάλλοντας ωστόσο την αντίληψη ότι «ο κόσμος δεν τραβάει», ότι απαιτούνται «διαφορετικές προϋποθέσεις» για την δρομολόγηση των απεργιακών κινητοποιήσεων. Έτσι, ενώ από τη μια πλευρά πήραν μέρος στο πρώτο μεγαλειώδες πανεργατικό συλλαλητήριο της Δευτέρας-16-Σεπτεμβρίου, κατά τρόπο ενωτικό με το σύνολο των απεργών, στο δεύτερο εξίσου σημαντικό συλλαλητήριο της Τετάρτης-18-Σεπτεμβρίου απείχαν από τον κύριο όγκο των εργατικών συγκεντρώσεων και κινήθηκαν μέσα στην αυτοαναφορική τους απομόνωση. Η ηττοπαθής λογική, η αντίληψη της «αναμονής» εν όψει της μελλοντικής «κρίσιμης στιγμής» της λαϊκής επαναστατικής εξέγερσης (που ωστόσο χάνεται μέσα στο ιστορικό υπερπέραν), επιφέρουν τελικά την απονεύρωση των ταξικών και αγωνιστικών διαθέσεων αυτού του κόσμου, αντί να το τοποθετούν στην πρώτη γραμμή της σημερινής κοινωνικής αντιπαράθεσης, από κοινού με τις άλλες ριζοσπαστικές και αγωνιστικές εργατικές δυνάμεις.
ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΗ
Η απεργιακή μάχη που δίνεται βρίσκεται άρα στην κόψη του ξυραφιού και είναι προφανές ότι από την έκβασή της θα κριθεί η ίδια η πορεία του εργατικού κινήματος προς την ανάταξη ή την υποχώρηση, αλλά και η ίδια η πορεία του πολιτικού προσανατολισμού για την ανατροπή της μνημονιακής συγκυβέρνησης που έχουν θέσει οι δυνάμεις της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Σε κάθε περίπτωση με διαφορετικά «φτερά» μπορεί να βαδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ και ευρύτερα οι λαϊκές δυνάμεις, για την διεκδίκηση κατάκτησης της πολιτικής διακυβέρνησης με ένα κίνημα που έχει υποστεί διαδοχικές ήττες, και με διαφορετικό «αέρα» με μια μετωπική απεργιακή κινητοποίηση που έχει κατορθώσει να έχει αποτελεσματικότητα και να εξαναγκάσει την κυβέρνηση της οικονομικής καταστροφής και του κοινωνικού ολέθρου σε παραίτηση και απομάκρυνση. ΟΙ όποιες πολιτικές νίκες της Αριστεράς στο εκλογικό και κοινοβουλευτικό επίπεδο, ακόμη και όταν κατορθώσουν να πραγματωθούν, είναι ευάλωτες και ασταθείς όταν συνοδεύονται από ένα καθημαγμένο και πληγωμένο λαϊκό εργατικό κίνημα.
Η αποτελεσματική προώθηση του απεργιακού μετώπου, με σπονδυλική στήλη την κινητοποίηση της ΟΛΜΕ και των υπαλλήλων των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, χρειάζεται να εξασφαλίσει την ευρύτερη δυνατή συμμετοχή στους δασκάλους, στους εργαζομένους στους δήμους, καθώς και στους υπόλοιπους τομείς των δημόσιων υπηρεσιών, σ' αυτή τη δεύτερη φάση της ταξικής αντιπαράθεσης που πρόκειται να ξεκινήσει από τη Δευτέρα-23-Σεπτεμβρίου. Ταυτόχρονα η αναβάθμιση και γενίκευση των αιτημάτων για ολόκληρο τον κόσμο της μισθωτής εργασίας, της ανεργίας, της νεολαίας και των συνταξιούχων, μπορεί να προσδώσει ευρύτερη δυναμική αγκαλιάζοντας και κλάδους, σωματεία, δευτεροβάθμιες οργανώσεις της βιομηχανικής καπιταλιστικής παραγωγής, του εμπορίου και των υπηρεσιών, όπως συμβαίνει με τις αμυντικές βιομηχανίες (ΕΑΣ και ΕΛΒΟ) και την μεταλλευτική της ΛΑΡΚΟ.
Σ' αυτή την κατεύθυνση ο ρόλος των αριστερών ριζοσπαστικών και ταξικών συνδικαλιστικών δυνάμεων μπορεί και χρειάζεται να είναι «καταλυτικός» στην πολιτική υποστήριξη της λαϊκής κινηματικής δυναμικής. Πέρα από την αναγκαία εκλογική εκπροσώπηση των λαϊκών τάξεων, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ως παράλληλο ρόλο την πολιτική κινηματική συγκρότηση του εργαζόμενου λαού, την αγωνιστική ενότητα του συνόλου των τμημάτων της μισθωτής εργασίας, την υλική ανάδειξη της ελπίδας μέσα από την κινηματική είσοδο των εργαζομένων στο προσκήνιο, την ανατροπή της κυβέρνησης της λαϊκής λεηλασίας. Η συμβολή στην λαϊκή κινηματική ανάταξη του κόσμου της μισθωτής εργασίας, της ανεργίας, της νεολαίας, κατά τρόπο ρηξικέλευθο και αδιαπραγμάτευτο, με όρους κλιμάκωσης και επιμονής, προβάλλει ως ο όρος για την συγκεκριμένη επιβεβαίωση του ριζοσπαστικού του χαρακτήρα.
Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013