AristeriDiexodos. Powered by Blogger.
 
Wednesday, January 2, 2013

Insert Coin...

0 comments

Του Δημήτρη Χαλυβόπουλου.
Ο τίτλος του συγκεκριμένου αφηγήματος είναι εμπνευσμένος από τα πρώτα ηλεκτρονικά παιχνίδια της δεκαετίας του 1980 όπου έπρεπε να τα «ταΐσεις» με κέρματα για να ξεκινήσει το παιχνίδι.
Αφορμή και έμπνευση για το περιεχόμενο του αφηγήματος είναι η διαστρεβλωμένη άποψη που έχει η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων για την έννοια του χρήματος. Η διαστρεβλωμένη εικόνα δεν οφείλεται μονάχα στην έλλειψη παιδείας και την προπαγάνδα των ΜΜΕ. Πιθανόν ο σημαντικότερος λόγος σχετίζεται με το περιβάλλον, δηλαδή τον τρόπο που μεγαλώνει και ζει ένας άνθρωπος μέσα στον δυτικό κόσμο όπου κυριαρχούν «ήπιες» ή «άγριες» μορφές καπιταλιστικών συστημάτων.
Για παράδειγμα, όταν ένα παιδάκι κάνει μια ζημιά, συνήθως οι γονείς του το μαλώνουν τονίζοντας πόσα χρήματα κόστισε για να αγοραστεί το αγαθό ή πόσα χρήματα θα κοστίσει η αποκατάσταση. Σπανίως ο γονιός θα εξηγήσει στο παιδί του πως όλα τα αγαθά έχουν αξία και πρέπει να τα σεβόμαστε για αναρίθμητους λόγους. Ως αποτέλεσμα το παιδί μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον «θεοποίησης» του χρήματος αφού αποτελεί ύψιστη «αμαρτία» η σπατάλη του.
Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν αντιλαμβάνεται ότι το χρήμα είναι ένα απλό συμβόλαιο (ή συμφωνητικό) του οποίου οι όροι συνεχώς μεταβάλλονται. Ο κάτοχος ενός χαρτονομίσματος έχει τη δυνατότητα πρόσβασης σε κάποιους πόρους οι οποίοι είναι φυσικά ή τεχνικά αγαθά και ανθρώπινες υπηρεσίες. Σε καμία περίπτωση το χαρτονόμισμα δεν διασφαλίζει στον κάτοχό του ότι διαρκώς θα έχει πρόσβαση στον ίδιο αριθμό πόρων. Συναυτουργός και η σύγχρονη οικονομική θεωρία που τις περισσότερες φορές ταυτίζει, αντί να διαχωρίζει, τους πόρους με τα χρήματα.
Θα προσπαθήσουμε να αποσαφηνίσουμε τα παραπάνω με το παρακάτω παράδειγμα:
Ο Γιώργος είναι ο ιδιοκτήτης ενός μικρού ξενοδοχείου και αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα λόγω μειωμένων εσόδων αλλά και ανεξόφλητων οφειλών από πελάτες. O Γιώργος αδυνατεί να πληρώσει τους προμηθευτές του και χρωστάει στον Δημήτρη 50 ευρώ.
Ο Δημήτρης είναι αγρότης και προμηθεύει το μικρό ξενοδοχείο με οπωροκηπευτικά. Ο Δημήτρης έχει προσωρινά σταματήσει να προμηθεύει το ξενοδοχείο για να πιέσει τον ξενοδόχο να αποπληρώσει το χρέος του. Ο Δημήτρης χρωστάει 50 ευρώ στην Ελένη.
Η Ελένη είναι γεωπόνος και παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες στον αγρότη. Η Ελένη έχει προσωρινά σταματήσει να συμβουλεύει τον αγρότη για να τον πιέσει να αποπληρώσει το χρέος του. Η Ελένη χρωστάει 50 ευρώ στον Γιώργο από παλιότερη διαμονή της στο ξενοδοχείο.
Ένα πρωινό, καταφθάνει φουριόζος στο ξενοδοχείο ο Ανδρέας ο οποίος είναι πωλητής στο επάγγελμα και συγγενής του Γιώργου. Ο Ανδρέας δεσμεύει ένα δωμάτιο αξίας 50 ευρώ τη βραδιά και πληρώνει 50 ευρώ ως προκαταβολή. Συμφωνεί με το Γιώργο ότι θα πληρώσει τις υπόλοιπες διανυκτερεύσεις κατά την αναχώρησή του (check out) και φεύγει τρέχοντας για να προλάβει τις δουλειές του.
Ο Γιώργος εισπράττει τα 50 ευρώ και τα δίνει άμεσα στον αγρότη-Δημήτρη αποπληρώνοντας το χρέος του και αποκαθιστώντας την μεταξύ τους εμπιστοσύνη. Ο Γιώργος μπορεί και πάλι να παραγγείλει φρούτα με λίγες μέρες πίστωση.
Ο Δημήτρης εισπράττει τα 50 ευρώ και τα δίνει άμεσα στην Ελένη εξοφλώντας το χρέος του και αποκαθιστώντας την μεταξύ τους εμπιστοσύνη. Ο Δημήτρης μπορεί και πάλι να ζητήσει από την Ελένη-Γεωπόνο συμβουλευτικές υπηρεσίες.
Μόλις η Ελένη εισέπραξε τα 50 ευρώ πήγε κατευθείαν στο ξενοδοχείο του Γιώργου και του παρέδωσε τα 50 ευρώ εξοφλώντας το χρέος της και αποκαθιστώντας την μεταξύ τους εμπιστοσύνη.
Έπειτα από λίγη ώρα, έρχεται ο Ανδρέας στο ξενοδοχείο και ενημερώνει τον Γιώργο ότι δεν θα διανυκτερεύσει καθώς πρέπει να επιστρέψει εσπευσμένα στον τόπο διαμονής του λόγω κάποιου σοβαρού οικογενειακού προβλήματος. Ο Ανδρέας ζητάει να του επιστραφούν τα 50 ευρώ της προκαταβολής και ο Γιώργος που τυγχάνει να είναι και συγγενής του ικανοποιεί το αίτημα του Ανδρέα επιστρέφοντας ουσιαστικά το χαρτονόμισμα των 50 ευρώ που μόλις πριν λίγο είχε εισπράξει από την Ελένη (η οποία το είχε πάρει από τον Δημήτρη ο οποίος με τη σειρά του το είχε πάρει από τον Γιώργο).
Το «περίεργο» είναι ότι παρόλο που δεν άλλαξε ο τελικός κάτοχος του χαρτονομίσματος το συνολικό χρέος όλων εκμηδενίστηκε. Και μόνο η παρουσία του χαρτονομίσματος κατά τη διάρκεια των συναλλαγών συνετέλεσε ώστε να διαγραφεί το χρέος. Η παρουσία του χαρτονομίσματος αποκατάστησε την εμπιστοσύνη ανάμεσα στους συναλλασσόμενους με αποτέλεσμα να αποκατασταθεί και η μεταξύ τους εμπορική δραστηριότητα.
Αν αντί για χαρτονόμισμα οι πληρωμές γινόταν με κάποιο αξιόγραφο-επιταγή, λογιστικά δεν θα άλλαζε απολύτως τίποτα. Το χρέος θα εκμηδενιζόταν και η εμπορική δραστηριότητα θα συνεχιζόταν κανονικά, αρκεί η επιταγή να είχε αντίκρισμα. Το ίδιο θα συνέβαινε και αν αντί για επιταγή χρησιμοποιούταν κάποιο αγαθό αποδεκτής αξίας από όλους τους συναλλασσόμενους. Τέλος, αν οι συναλλασσόμενοι (Ξενοδόχος-Γεωργός-Γεωπόνος) κατάφερναν να μαζευτούν γύρω από ένα τραπέζι, θα είχαν εκμηδενίσει το χρέος με απλούς λογιστικούς συμψηφισμούς.
Στην πραγματική οικονομία συναντάμε καθημερινά παραδείγματα όπως αυτό του ξενοδόχου, με τη διαφορά ότι εμπλέκονται εκατομμύρια συναλλασσόμενοι άγνωστοι μεταξύ τους. Αυτός είναι και ο λόγος που απαιτείται κάτι «κοινώς αποδεκτό» (σχεδόν θεϊκό) το οποίο να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη και ως επέκταση την εμπορική δραστηριότητα.

Ακόμα, το παράδειγμα επιδιώκει να κάνει κατανοητό ότι σε σχέση με τα δισεκατομμύρια του Α.Ε.Π. και των λοιπών «μαγειρεμένων» δεικτών που αναφέρονται στα ΜΜΕ, ελάχιστο είναι το πραγματικό χρήμα σε φυσική μορφή που απαιτείται για να κινητοποιηθεί η οικονομία και να παραχθούν τα απαραίτητα αγαθά και υπηρεσίες.

Το πραγματικό χρήμα που θα απαιτούνταν για να κινητοποιηθεί πλήρως η οικονομία θα ήταν ακόμα μικρότερο εάν δεν υπήρχαν οι παράλογοι φόροι (Φόρος «Προστιθέμενης» Αξίας, ειδικοί φόροι στα καύσιμα, ποτά, τσιγάρα κ.α., χαράτσια, μεγάλη-άδικη φορολογία εισοδήματος) που επιβάλλονται από το κράτος.

Διαχρονικά όμως, ο σημαντικότερος παράγοντας μείωσης της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία είναι τα τραπεζικά επιτόκια (το κόστος του δανεισμού). Τα τραπεζικά επιτόκια επιβάλλονται με τη δικαιολογία ότι η «αξία» του χρήματος συνεχώς μειώνεται εφόσον ο πληθωρισμός είναι μονίμως θετικός. Όσο πιο μεγάλος ο πληθωρισμός, τόσο γρηγορότερα απαξιώνεται το χρήμα οπότε πρέπει ως αντιστάθμισμα να αυξάνονται τα επιτόκια. Η διαχρονική προπαγάνδα του οικονομικό-πολιτικού συστήματος προσπαθεί να παγιώσει την αντίληψη ότι ο πληθωρισμός είναι ένα αναγκαίο κακό και πως οι τιμές των αγαθών και προϊόντων συνεχώς θα αυξάνουν.

Όμως, αν παρατηρήσουμε τις τιμές των αγαθών στην Ελλάδα του μνημονίου, διαπιστώνουμε ότι μόνο τα αγαθά πρώτης ανάγκης (φως, νερό, θέρμανση, καύσιμα, βασικά τρόφιμα) αυξάνουν εξαιτίας της κρατικής φορολόγησης και ανοχής στα «καρτέλ». Αντίθετα, η αξία των ακριβών αγαθών (π.χ. μεγάλα και ακριβά ακίνητα, χρηματιστηριακές μετοχές, περιουσιακά στοιχεία επιχειρήσεων) συνεχώς μειώνεται κάτι που συμβαίνει όταν έχουμε αποπληθωρισμό, δηλαδή αρνητικό πληθωρισμό. Στην Ελλάδα του μνημονίου συντελείται μία ταχεία εσωτερική υποτίμηση στα περισσότερα αγαθά, όμως ο «μαγειρεμένος» πληθωρισμός και κατ’ επέκταση τα τραπεζικά επιτόκια συνεχίζουν να αυξάνονται.

Επειδή λοιπόν οι φόροι και τα τραπεζικά επιτόκια μειώνουν δραστικά την νομισματική κυκλοφορία, απαιτείται μεγαλύτερος αριθμός χαρτονομισμάτων σε φυσική μορφή για να κινητοποιήσουν την πραγματική οικονομία. Όπως θα αποδείξουμε παρακάτω, τα χαρτονομίσματα που απαιτούνται για να ενεργοποιήσουν την πραγματική οικονομία αποτελούν ελάχιστο ποσοστό του Α.Ε.Π.

Στην μακρό-οικονομία υπάρχει ένας δείκτης Μ0 που αποτυπώνει την Νομισματική Βάση ενός κράτους. ΗΝομισματική Βάση (M0) αποτυπώνει το συνολικό αριθμό των χαρτονομισμάτων και κερμάτων που βρίσκονται στην κατοχή του κοινού. Εάν στον δείκτη (Μ0) προσθέσουμε και τα Ταμειακά Διαθέσιμα των τραπεζών, προκύπτει ο δείκτης (Μ1) που αποτυπώνει το συνολικό χρήμα σε φυσική μορφή που βρίσκεται στις τσέπες των πολιτών και στα ταμεία των τραπεζών (ταμειακά διαθέσιμα). Όπως θα αναλυθεί παρακάτω, μόνο ένα μικρό μέρος από το συνολικό ταμειακό διαθέσιμο των τραπεζών διατίθενται ως ρευστότητα στην πραγματική οικονομία.

Με βάση τους μέσους όρους διάφορων κρατών του δυτικού κόσμου, ο δείκτης της Νομισματικής Βάσης M0ισοδυναμεί με το 3 έως 5% του Α.Ε.Π., για παράδειγμα, εάν το «μαγειρεμένο» ελληνικό Α.Ε.Π. υπολογίζεται στα 200 δις ευρώ τότε ο δείκτης Μ0 υπολογίζεται στα 6 με 10 δις ευρώ. *Αυτός είναι και ο πρώτος θεωρητικός τρόπος υπολογισμού της τιμής του δείκτη ρευστότητας ή νομισματικής κυκλοφορίας (M0).
*(Ανδρέας Ξενάκης, Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Η εποχικότητα στους δείκτες ρευστότηταςhttp://digilib.lib.unipi.gr/spoudai/bitstream/spoudai/159/1/t51_n1-2_114to141.pdf)

Ο δείκτης M0 μεταβάλλεται μέρα με τη μέρα και μήνα με τον μήνα. Για παράδειγμα, στο τέλος Δεκεμβρίου η ρευστότητα (M0) είναι αυξημένη λόγω του 14 μισθού. Αντίστοιχα η ρευστότητα είναι αυξημένη τους καλοκαιρινούς μήνες λόγω λιγότερων πληρωμών σε καύσιμα, ΔΕΚΟ και χάριν των χρημάτων που εισρέουν από τους τουρίστες.

Ένας δεύτερος θεωρητικός τρόπος προσεγγιστικού υπολογισμού του δείκτη ρευστότητας M0 είναι μέσω των «πηγών ρευστότητας». Οι πηγές ρευστότητας στην πραγματική οικονομία είναι οι παράγοντες που καθορίζουν το μέγεθος του δείκτη M0. Οι πηγές αυτές είναι:

  • Μισθοί Δημοσίων Υπαλλήλων & συνταξιούχων του Δημοσίου:
Με βάση τα στοιχεία του κρατικού προϋπολογισμού για το 2012, το ετήσιο λογιστικό κόστος των δημοσίων υπαλλήλων και συνταξιούχων του δημοσίου ανέρχεται στα 20 δις ευρώ (μικτά). Αν αφαιρέσουμε τις εισφορές και την άμεση φορολογία εισοδήματος προκύπτει ένα ποσό περίπου 15 δις ευρώ. Τα χρήματα αυτά καταβάλλονται σε 12 δόσεις οπότε η ρευστότητα σε φυσικό χρήμα που καταβάλει το κράτος για μισθούς και συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων είναι 1,25 δις € το μήνα, ας υποθέσουμε 1,5 δις € μηνιαίως. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, μεγάλο μέρος της ρευστότητας αυτής το κράτος την εισπράττει πίσω. Αυτό γίνεται μέσω των ειδικών φόρων (καύσιμα, ποτά, τσιγάρα, κ.λ.π.), των τιμολογίων των ΔΕΚΟ, του άδικου Φόρου «Προστιθέμενης» Αξίας και με παράνομα χαράτσια.

  • Μισθοί ιδιωτικού τομέα: Ιδιωτικοί υπάλληλοι και μικροί ελεύθεροι επαγγελματίες όπως μηχανικοί, αγρότες, κ.λ.π.
Η ρευστότητα σε φυσικό χρήμα που εισάγεται μέσω των μισθών των ιδιωτικών υπαλλήλων υπολογίζεται προσεγγιστικά και με αρκετή απόκλιση. Δεν είναι εύκολο να βρεθούν επίσημα νούμερα. Χοντρικά αν υποθέσουμε ότι οι παραπάνω ιδιώτες είναι περίπου τρία εκατομμύρια και λαμβάνουν κατά μέσο όρο περίπου 1000 ευρώ καθαρά μηνιαίως, προκύπτει ένα μέγεθος κοντά στα 3 δις € το μήνα.

  • Συντάξεις ιδιωτικού τομέα, ΟΓΑ και επιδόματα (ανέργων, ΑΜΕΑ, κλπ )
Απαιτεί αρκετή ανάλυση για να προσεγγιστεί ικανοποιητικά. Χοντρικά η ρευστότητα σε φυσικό χρήμα που αποφέρει η συγκεκριμένη πηγή δεν υπερβαίνει τα 2 δις € το μήνα.

  • Λοιπές Κρατικές Δαπάνες

Η φυσική ρευστότητα που εισάγεται στην πραγματική οικονομία μέσω των κρατικών δαπανών απαιτεί αρκετή ανάλυση για να προσδιοριστεί. Για παράδειγμα, από τα χρήματα που καταβάλλει το κράτος για τα δημόσια έργα ένα μικρό μέρος εισρέει στην πραγματική οικονομία μέσω των μισθών στο υπαλληλικό προσωπικό (υπολογίστηκε νωρίτερα στους μισθούς του ιδιωτικού τομέα) και από τις λειτουργικές δαπάνες της εταιρίας που πληρώνει για τη καθημερινή της λειτουργία. Οι δαπάνες για πληρωμές εξοπλισμού και υπηρεσιών τις περισσότερες φορές αγοράζονται από το εξωτερικό. Κλασικό παράδειγμα οι δαπάνες για εξοπλιστικά προγράμματα όπου τα χρήματα αυτά (σε φυσική ή λογιστική μορφή) στέλνονται στο εξωτερικό.

  • Λοιπές Δαπάνες Ιδιωτικού Τομέα
Στην κατηγορία αυτή εντάσσουμε τις δαπάνες που γίνονται μέσω άμεσων επενδύσεων. Δηλαδή χρήματα που εισρέουν μέσω επενδυτικών προγραμμάτων δημοσίων φορέων (ελληνικό κράτος, ΕΕ) και χρήματα που καταβάλλονται από έλληνες και ξένους ιδιώτες σε κάποια επένδυση. Και πάλι μεγάλο μέρος των χρημάτων αυτών εισπράττεται πίσω από δημόσιους φορείς αλλά απομένει και ένα μέρος στην πραγματική οικονομία. Είναι πολύ δύσκολο να βρεθούν επίσημα στοιχεία για το μέγεθος των δαπανών του ιδιωτικού τομέα. Αν υποθέσουμε ότι οι δαπάνες αυτές δεν ξεπερνούν τα 10 δις ετησίως η «καθαρή» ρευστότητα που εισάγεται στην πραγματική οικονομία είναι σίγουρα λιγότερη από 5 δις € ετησίως (περίπου 0,5 δις € μηνιαίως). Η ρευστότητα σε μηνιαία βάση δεν μπορεί να υπολογιστεί από τη συγκεκριμένη πηγή γιατί δεν έχει περιοδικότητα.

  • Τουρισμός
Όπως και στην παραπάνω περίπτωση η συγκεκριμένη πηγή δεν έχει περιοδικότητα οπότε δεν μπορεί να κατανεμηθεί μηνιαίως. Διοχετεύεται στην πραγματική οικονομία τους καλοκαιρινούς μήνες και σταδιακά παρέχει ρευστότητα-«ανάσα» σε όλους τους κλάδους. Επίσης μεγάλος μέρος της ρευστότητας αυτής εισπράττεται από το κράτος. Εφόσον οι τουριστικές εισπράξεις ανέρχονται στα 12 δις ετησίως το πραγματικό ρευστό που εισρέει στην πραγματική οικονομία είναι λιγότερο από 5 δις € ετησίως (περίπου 0,5 δις € μηνιαίως).

  • Τραπεζικός Δανεισμός
Σε άκρα αντίθεση με αυτό που γινόταν από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 έως το 2008, τα τελευταία 3 χρόνια η ρευστότητα που παρέχουν οι τράπεζες στην πραγματική οικονομία είναι σχεδόν μηδενική, πιθανόν και αρνητική. Δηλαδή ο τραπεζικός κλάδος στις μέρες μας εισπράττει (μέσω δανείων & «υπηρεσιών») περισσότερα χρήματα από την πραγματική οικονομία σε σχέση με αυτά που χορηγεί από τα ταμειακά διαθέσιμα των τραπεζών. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουμε εξαιτίας του γεγονότος ότι οι τράπεζες τα τελευταία 3 χρόνια έχουν αρνητική πιστωτική επέκταση. Βέβαια, ένας από τους λόγους της αρνητικής πιστωτικής επέκτασης είναι η διαγραφές και οι διακανονισμοί επισφαλών δανείων. Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι τα δάνεια που παρέχουν οι τράπεζες (χορηγήσεις κυρίως μέσω τραπεζικών διαθεσίμων) είναι περισσότερα από τα χρήματα που εισπράττουν από υφιστάμενους δανειολήπτες, η διαφορά είναι σίγουρα ελάχιστη και δεν έχει νόημα να υπολογιστεί.

Αθροίζοντας της παραπάνω πηγές προκύπτει ένα μέγεθος της τάξης των 7,5 δις € το οποίο προφανώς μεταβάλλεται χρονικά. Βρίσκεται όμως μέσα στα όρια των 6 με 10 δις € που υπολογίσαμε με τον πρώτο θεωρητικό τρόπο. Όμως, ακόμα κι αν η απόκλιση είναι μεγαλύτερη, σε καμία περίπτωση ο δείκτης M0 δεν ξεπερνά τα 15 δις € και απέχει πολύ από τα 200 δις € του Α.Ε.Π. ή τα 44 δις € που υποτίθεται πως αναμένει η ελληνική κυβέρνηση από τον Οκτώβρη του 2012.

Ο απώτερος σκοπός της ανάλυσης είναι να καταδείξει το γεγονός ότι απαιτείται ελάχιστο χρήμα σε φυσική μορφή για να λειτουργήσει ομαλά η πραγματική οικονομία. Στην Ελλάδα του μνημονίου επίτηδες μειώνεται η ρευστότητα που διοχετεύεται στην αγορά με σκοπό να προκαλέσει «πνιγμό» στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και στα μεσαία εισοδήματα. Μέσω της μείωσης της ρευστότητας, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις κλείνουν και οι πολίτες αναγκάζονται να ρευστοποιούν την περιουσία τους (όσοι διαθέτουν) για να καλύψουν βασικές ανάγκες. Με τον τρόπο αυτό δρομολογείται μια οικονομία βόρειο-δυτικού τύπου όπου κυριαρχούν μεγάλες πολυεθνικές ενώ οι περισσότεροι πολίτες εργάζονται για ένα μισθό σε βαρετές και ανούσιες δουλειές. Ένα σύγχρονο σκλαβοπάζαρο με πολλές ομοιότητες από ταινίες επιστημονικής φαντασίας όπως το MATRIX.

Πρέπει να γίνει κατανοητό, ειδικά από εμάς τους έλληνες, ότι μία χώρα που δεν ελέγχει την νομισματική της κυκλοφορία δεν ελέγχει τους πόρους της, δηλαδή είναι μια χώρα απολύτως υπόδουλη. Πριν από 2500 χρόνια, η δραχμή ήταν το «κοινώς αποδεκτό» νόμισμα και παρέμεινε έτσι για περισσότερα από 500 χρόνια. Οι Αθηναίοι κυριάρχησαν στη Μεσόγειο μέσω της Αθηναϊκής συμμαχίας, που είχε ως κοινό νόμισμα τη δραχμή και ηγέτη την Αθήνα που έλεγχε την κυκλοφορία της.

Οι αρχαίοι έλληνες από την Ιωνία και έπειτα την Αθήνα, ήταν οι πρώτοι που κατανόησαν σε βάθος την έννοια του χρήματος και χρησιμοποίησαν τη δραχμή ως τη βάση (αλλά και το δούρειο ίππο) εδραίωσης του ελληνικού πολιτισμού. Ως απόγονοι ενός τόσο σημαντικού πολιτισμού, θα έπρεπε να αισθανόμαστε ηλίθιοι που «υποδουλωθήκαμε» με κόλπα που χρησιμοποιούσαν οι μακρινοί μας πρόγονοι!

Leave a Reply

 
Αριστερή Διέξοδος © 2011 DheTemplate.com & Main Blogger. Supported by Makeityourring Diamond Engagement Rings

You can add link or short description here

Google+